Μακροοικονομικοί παράγοντες και χρηματιστηριακές αποδόσεις : η περίπτωση της ελληνικής αγοράς κεφαλαίου πριν και κατά την διάρκεια της κρίσης
Master Thesis
Συγγραφέας
Χατζηεμμανουήλ, Κωνσταντίνος
Ημερομηνία
2015Επιβλέπων
Τσιριτάκης, ΕμμανουήλΠροβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ; Επιτόκια ; Οικονομική κρίση ; Αποδόσεις μετοχών ; Επενδύσεις κεφαλαίου ; ΠαλινδρόμησηΠερίληψη
Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά την εμπειρική επίδραση που ασκούν στην αποδοτικότητα του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, έξι σημαντικοί μακροοικονομικοί παράγοντες: η διαφορά μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων επιτοκίων (spread), η επίδραση του επιτοκίου (interest rate), η συναλλαγματική ισοτιμία (exchange rate), το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (gdp), ο πληθωρισμός (inflation) και η εναπομένουσα αγορά (stock market return). Αντικειμενικός σκοπός της εργασίας αποτελεί τα αν οι συσχετίσεις μεταξύ των αποδόσεων και των μακροοικονομικοί παραγόντων, οι οποίοι έχουν κριθεί ως σημαντικοί για τον καθορισμό των αποδόσεων των αξιογράφων, από παλαιότερες έρευνες, διαφέρουν ή όχι με τους συγκεκριμένους παράγοντες τους οποίους θα αναλύσουμε στην παρούσα έρευνα.
Το δείγμα προς ανάλυση που συγκεντρώθηκε απαρτίζεται από 192 μετοχές της ελληνικής Κεφαλαιαγοράς του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών. Το βασικότερο χρηματοοικονομικό εργαλείο της μελέτης μου ήταν το στατιστικό – οικονομετρικό πρόγραμμα STATA, στο οποίο εισαγάγαμε δεδομένα τα οποία αντλήθηκαν από το DataStream (βάση δεδομένων του Πανεπιστημίου Πειραιά). Μέσω της χρήσης του μοντέλου πολλαπλής παλινδρόμησης και της στατιστικής συμπερασματολογίας, γίνεται προσπάθεια να προσδιορίσουμε το κατά πόσο οι μακροοικονομικές μεταβλητές ως συστηματικοί παράγοντες κινδύνου επιδρούν διαχρονικά στις μεταβολές και συνεπώς στην αποδοτικότητα των μετοχών.
Τα εμπειρικά ευρήματα, τα οποία βασίζονται στα δεδομένα της περιόδου 2003-2013, παρέχουν ενδείξεις για την ύπαρξη συσχέτισης ως προς το συστηματικό κίνδυνο των μακροοικονομικών παραγόντων και των αποδόσεων των μετοχών. Η μεθοδολογία που ακολούθησα, τα συμπεράσματα που εξήχθησαν καθώς και η σύγκρισή τους με παρόμοιες έρευνες, αναφέρονται αναλυτικά στα επόμενα κεφάλαια της διπλωματικής μου εργασίας.