Η χρήση λογισμικού στην ιχνηλασιμότητα υλικών συσκευασίας σε βιομηχανική επιχείρηση
Master Thesis
Συγγραφέας
Δεληπούλιου, Χριστιάννα
Ημερομηνία
2013-08Επιβλέπων
Χονδροκούκης, ΓρηγόριοςΠροβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
RFID ; Εφοδιαστική αλυσίδαΛέξεις κλειδιά
Συσκευασίες τροφίμωνΠερίληψη
Σκοπός αυτής της εργασίας ήταν η δημιουργία ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας για τα υλικά συσκευασίας, δηλαδή μπουκάλια, καπάκια και ετικέτες που παράγονται σε εργοστάσιο εταιρίας παραγωγής απορρυπαντικών οικιακής χρήσης στην στην Ελλάδα. Η επωνυμία της εταιρίας δεν θα αναφερθεί στην παρούσα μελέτη για λόγους εχεμύθειας. Στο πλαίσιο της διπλωματικής αποφασίστηκε να μελετηθεί ο χρόνος που δαπανάται για τις καταγραφές των στοιχείων και των πληροφοριών που απαιτούνταν για γρήγορη και σωστή ιχνηλασιμότητα. Ο παράγοντας χρόνος, άλλωστε, είναι πολύ σημαντικός για μια βιομηχανία αυτού του μεγέθους, τόσο στην περίπτωση όπου πρέπει να εντοπιστεί μια παρτίδα προϊόντων, όσο και σε καθημερινή βάση, όσον αφορά τη χρονική διάρκεια που θα δαπανήσουν οι χειριστές των μηχανημάτων για την καταγραφή των εντύπων.
Η μελέτη επικεντρώθηκε στην σύγκριση μιας χειρόγραφης και μιας αυτοματοποιημένης ηλεκτρονικής μεθόδου καταγραφής. Στην περίπτωση της χειροκίνητης καταγραφής οι υπάλληλοι καλούνταν να συμπληρώσουν έντυπα με τα στοιχεία κάθε υλικού συσκευασίας που χρησιμοποιούσαν, ενώ στην περίπτωση της ηλεκτρονικής μεθόδου, οι εργαζόμενοι στις γραμμές παραγωγής, με τη βοήθεια φορητών συσκευών PDA που χρησιμοποιούσαν κατάλληλο λογισμικό, σκάναραν τους κωδικούς (Datamatrix) που είχαν επάνω τα υλικά, χωρίς να απαιτείται η καταγραφή τους.
Η μελέτη χωρίστηκε σε τρία μέρη, εξετάζοντας τρία διαφορετικά τμήματα του εργοστασίου. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να γίνει πιο εύκολα η σύγκριση των δύο μεθόδων και να εξεταστεί η επίδραση που θα είχε η χρήση scanner στην καταχώριση των στοιχείων που θα βοηθούσαν στην ιχνηλασιμότητα των υλικών συσκευασίας που χρησιμοποιήθηκαν σε κάθε παρτίδα προϊόντος. Τα μέρη στα οποία επικεντρώθηκε η μελέτη ήταν οι γραμμές συσκευασίας, τα σιλό τροφοδοσίας φιαλών και πωμάτων προς
τις γραμμές και το τμήμα παραγωγής φιαλών. Η σύγκριση των δύο μεθόδων έδειξε ότι με τη βοήθεια των PDA με το κατάλληλο λογισμικό, οι χειριστές κέρδιζαν από 3,69 έως 13,21 δευτερόλεπτα σε κάθε καταγραφή κατά μέσω όρο, ανάλογα τη θέση εργασίας. Επιπλέον, σημαντικό πλεονέκτημα του ηλεκτρονικού τρόπου καταχώρησης ήταν η εξάλειψη της περίπτωσης λάθους, καθώς τα PDA έδιναν τη δυνατότητα αυτόματης επαλήθευσης της ορθότητας του κωδικού της ετικέτας σε σχέση με τις πληροφορίες που είχαν οι προδιαγραφές του προϊόντος.
Στη μελέτη που έλαβε χώρα στο πλαίσιο αυτής της εργασίας εξετάστηκαν και τα προβλήματα που απαιτήθηκε να αντιμετωπιστούν κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του συστήματος αυτού. Προβλήματα προέκυψαν σε διάφορα σημεία κατά την εφαρμογη του συστήματος, είτε σχετικά με την εγκατάσταση του και την διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί, είτε προβλήματα που προέκυπταν καθώς το πρόγραμμα εφαρμοζόταν αρχικά σε πιλοτική λειτουργία καθώς μεγάλος αριθμός ατόμων, κυρίως οι χειριστές των μηχανημάτων, έπρεπε να λειτουργήσουν με βάση τα νέα δεδομένα.
Το τελικό αποτέλεσμα όμως κρίθηκε επιτυχημένο και με σημαντικά οφέλη. Εξετάζοντας περιπτώσεις εικονικής ανάκλησης προϊόντων που έγιναν για να δοκιμαστεί το νέο σύστημα, αυτό ανταποκρίθηκε με μεγάλη ταχύτητα αλλά και ακρίβεια στην ανάκτηση πληροφοριών. Σε αντίθεση, το παλαιότερο σύστημα που έκανε χρήση εντύπων απαιτούσε πολύ περισσότερο χρόνο για να εντοπισθούν όλα τα σχετικά αρχεία που αφορούσαν συγκεκριμένες παραγωγές.