The role of the bank risk-taking channel in shaping financial risk in the Eurozone
Ο ρόλος της διάθεσης ανάληψης κινδύνων των πιστωτικών ιδρυμάτων στη διαμόρφωση του χρηματοπιστωτικού κινδύνου στην Ευρωζώνη
Doctoral Thesis
Συγγραφέας
Kritikos, Eleftherios A.
Κρητικός, Ελευθέριος
Ημερομηνία
2025-11-28Επιβλέπων
Artikis, PanagiotisΑρτίκης, Παναγιώτης
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Risk ; Banking ; Interest rates ; Eurozone ; Cultural differencesΠερίληψη
Τι συμβαίνει όταν η ίδια ακριβώς μείωση των επιτοκίων πολιτικής προκαλεί εντελώς
διαφορετικές αντιδράσεις από τις τράπεζες στη Ρώμη, στο Βερολίνο και στην Αθήνα;
Η παρούσα διατριβή αποδεικνύει ότι η προθυμία των τραπεζών να αναλάβουν κίνδυνο
διαμορφώνεται όχι μόνο από το επίπεδο των βασικών επιτοκίων πολιτικής της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), αλλά και από τον τρόπο χρηματοδότησης και
διακυβέρνησής τους, καθώς και από το ανθρώπινο και θεσμικό περιβάλλον κάθε
οικονομίας: τη δύναμη των θεσμών, το απόθεμα κοινωνικής εμπιστοσύνης και τις
επικρατούσες πολιτισμικές στάσεις απέναντι στην αβεβαιότητα και στην επιδίωξη της
επιτυχίας μέσω ανταγωνισμού.
Με αυτόν τον τρόπο, εξηγεί γιατί ένα ενιαίο νομισματικό σήμα διαχέεται τόσο άνισα
εντός της νομισματικής ένωσης και προσφέρει μια πρακτική οπτική για τη διαχείριση
του επόμενου επεισοδίου χρηματοπιστωτικής πίεσης.
Η ανάλυση βασίζεται σε ισορροπημένο δείγμα 814 εισηγμένων τραπεζών από όλες τις
χώρες της ζώνης του ευρώ για περίοδο δεκατεσσάρων ετών. Χρησιμοποιώντας
σύγχρονες δυναμικές οικονομετρικές μεθόδους που απομονώνουν, όσο είναι εφικτό,
την αιτιώδη επίδραση της νομισματικής πολιτικής από ταυτόχρονους
μακροοικονομικούς κραδασμούς (και διαχωρίζοντας ρητά τα «ήπια» έτη από τις
περιόδους κρίσης), μετράται ο τρόπος με τον οποίο ο κίνδυνος φερεγγυότητας, ο
λειτουργικός και ο κίνδυνος ρευστότητας αντιδρούν σε μεταβολές της πολιτικής.
Τρία αποτελέσματα ξεχωρίζουν:
Πρώτον, μια μείωση κατά μία ποσοστιαία μονάδα στα βασικά επιτόκια πολιτικής
συνδέεται, κατά μέσο όρο, με μετατόπιση των δεικτών τραπεζικού κινδύνου κατά τάξη
μεγέθους περίπου 0,1–0,2 τυπικών αποκλίσεων (με κορύφωση κοντά στο 0,2)∙ τα
επιτόκια πολιτικής αποτελούν τον πρωταρχικό μοχλό μετάδοσης.
Δεύτερον, η μετάδοση δεν είναι γραμμική. Όταν το επιτόκιο καταθέσεων της κεντρικής
τράπεζας γίνεται αρνητικό (ιδίως για τράπεζες που χρηματοδοτούνται από καταθέσεις
και δεν μπορούν εύκολα να μετακυλήσουν το κόστος στους πελάτες) εμφανίζεται ένα
«σημείο καμπής»: περαιτέρω χαλάρωση δεν ενθαρρύνει πλέον την πίστωση και μπορεί
να αυξήσει την ευθραυστότητα.
5
Τρίτον, οι άτυποι θεσμοί λειτουργούν ως φίλτρα. Η υψηλή κοινωνική εμπιστοσύνη
αποδυναμώνει συστηματικά την ώθηση προς τον κίνδυνο, ενώ η ασθενής θεσμική
ακεραιότητα την ενισχύει, σε μέγεθος συγκρίσιμο με περίπου το ήμισυ έως τα δύο τρίτα
της επίδρασης των επιτοκίων· οι πολιτισμικές προτιμήσεις καθορίζουν πόσο έντονα
αντιδρά κάθε τραπεζικό σύστημα.
Το δίδαγμα είναι πρακτικό:
Αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι ο οδηγός και το «γκάζι» είναι το επιτόκιο, ο
δρόμος δεν είναι ποτέ ίδιος παντού.
Εκεί όπου οι κανόνες είναι αξιόπιστοι και η εμπιστοσύνη υψηλή, ο δρόμος είναι
στεγνός· εκεί όπου οι δικλίδες είναι ασθενείς, είναι ολισθηρός.
Για να παραμείνει η Ευρώπη στην πορεία της, η πολιτική πρέπει να προσαρμόζει την
ταχύτητα στις συνθήκες κάθε δρόμου, και οι τράπεζες να προσαρμόζουν εγκαίρως τον
τρόπο με τον οποίο αναλαμβάνουν κίνδυνο.
Η μελέτη προλαμβάνει και αντιμετωπίζει τις συνήθεις παγίδες της πολυεπίπεδης
έρευνας (ενδογένεια, μη γραμμικές αντιδράσεις γύρω από αρνητικά επιτόκια,
συγκρισιμότητα μετρήσεων μεταξύ χωρών και κοινούς μακροοικονομικούς
κραδασμούς), ώστε να απομείνει ένα σαφές, χρήσιμο αφήγημα για τις πολιτικές των
Κεντρικών Τραπεζών, όχι μόνο για το πόσο κινείται η πίστωση, αλλά και για το πώς
αλλάζει η ποιότητά της.


