Πιστοποιητικά ποιότητας τροφίμων: έρευνα της ελληνικής πραγματικότητας
Προβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
Τροφή -- Βιομηχανία και εμπόριο -- Ποιοτικός έλεγχος ; Τροφή -- Βιομηχανία και εμπόριο -- Ελλάδα ; Ποιοτικός έλεγχος -- Πρότυπα ; Quality control -- Standards ; Food industry and trade -- Greece ; Food industry and trade -- Quality controlΠερίληψη
Η παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζει την ελληνική πραγματικότητα στον τομέα των πιστοποιητικών ποιότητας στην βιομηχανία τροφίμων με σκοπό να μελετηθεί κατά πόσο αυτή αποκλίνει από την διεθνή και ειδικότερα από αυτή των αναπτυγμένων χωρών. Η βιβλιογραφική αναζήτηση έδειξε ότι τα πιστοποιητικά ποιότητας μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις βασικές κατηγορίες: τα πιστοποιητικά ποιότητας Προϊόντος, τα πιστοποιητικά ποιότητας Διαδικασιών και τα πιστοποιητικά του Συστήματος Ποιότητας της επιχείρησης. Επίσης, έχουν αναπτυχθεί μοντέλα για την αναλυτική περιγραφή των μηχανισμών πιστοποίη¬σης ώστε να εξασφαλίζεται στο μέγιστο βαθμό η αξιοπιστία και η αναγνωρισιμότητα τους σε διεθνές επίπεδο. Η μελέτη κινήθηκε σε δύο επίπεδα: στο επίπεδο της αξιολόγησης των υφιστάμενων και σχεδιαζόμενων δομών και μηχανισμών και στο επίπεδο των απαιτήσεων που έχουν οι παραγωγοί από τα συστήματα πιστοποίησης. Η συλλογή των στοιχείων έγινε με την χρήση της μεθόδου των προσωπικών συνεντεύξεων για το πρώτο επίπεδο και των γραπτών ταχυδρομικών ερωτηματολογίων για το δεύτερο επίπεδο. Τα σημαντικότερα συμπεράσματα που προέκυψαν για το πρώτο επίπεδο της μελέτης είναι η κυριαρχία των πιστοποιητικών του Συστήματος Ποιότητας στην χώρα μας, που έχουν διεθνή αναγνώριση. Η παρουσία των άλλων δύο ειδών πιστοποιητικών είναι περιστασιακή σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε άλλες χώρες. Η απόκλιση αυτή έγινε αντιληπτή από τους αρμόδιους φορείς χάραξης πολιτικής και οι περισσότερες σχεδιαζόμενες δράσεις αφορούν τέτοιου είδους πιστοποιητικά. Το δεύτερο επίπεδο της μελέτης αφορούσε την αξιολόγηση των απαιτήσεων των παραγωγών για εισαγωγή νέων πιστοποιητικών και τις αντιστάσεις που πιθανόν να αναπτυχθούν. Έγινε εμφανές ότι οι Έλληνες παραγωγοί αντιμετωπίζουν μάλλον δύσπιστα τους εθνικούς φορείς με αρμοδιότητες ελέγχου, βελτίωσης και πιστοποίησης. Αυτή οφείλεται στην βραδύτητα απόκρισης, στη χαμηλή αποτελεσματικότητα και στο υψηλό κόστος. Σε πολλές περιπτώσεις οι παραγωγοί προτιμούν να αναλαμβάνουν οι ίδιοι τον έλεγχο των μηχανισμών βελτίωσης της ποιότητας ή, όταν διαθέτουν τα μέσα, να απευθύνονται σε διεθνείς φορείς. Βεβαίως, εκτός από την έλλειψη εθνικής υποστήριξης, οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν και εσωτερικές δυσκολίες στο θέμα της πιστοποίησης. Το γενικότερο συμπέρασμα είναι ότι ο δρόμος που πρέπει να διανύσει τόσο η πολιτεία όσο και οι ελληνικές επιχειρήσεις για την χορήγηση αποτελεσματικών και αξιόπιστων πιστοποιητικών ποιότητας είναι ακόμη μακρύς, αν και έχει γίνει η αρχή, και για να οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα χρειάζεται να σπεύσουμε βραδέως.