Η μερισματική πολιτική στην Ελλάδα: εμπειρική διερεύνηση της επίδρασής της στην αξία της επιχείρησης
Προβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
Μερισματική πολιτική ; DividendsΠερίληψη
Η διανομή μερίσματος είναι ο πιο συνηθισμένος τρόπος διανομής ρευστών στους μετόχους μιας επιχείρησης. Ο άλλος τρόπος είναι μέσω επαναγοράς μετοχών. Στην Ελλάδα τα μερίσματα πληρώνονται μία φορά κάθε χρόνο, ενώ οι εταιρίες μπορούν να καταβάλλουν μερίσματα και με τη μορφή μετοχών. Η μερισματική πολιτική που θα ακολουθήσει κάθε επιχείρηση αναφέρεται στις αποφάσεις της όσον αφορά την κατανομή των κερδών μεταξύ μερισμάτων τα οποία θα διανεμηθούν στους μετόχους, και αποθεματικών που θα παραμείνουν στην εταιρία. Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται δεδομένης της κεφαλαιακής διάρθρωσης και της δανειακής επιβάρυνσης της επιχείρησης. Το δίλημμα, κατά συνέπεια, στη χάραξη της μερισματικής πολιτικής, είναι αν η επιχείρηση θα διανείμει χαμηλό μέρισμα, με συνέπεια τη χρηματοδότηση των επενδύσεών της από ίδια κεφάλαια, ή υψηλό μέρισμα, με αποτέλεσμα την χρηματοδότηση των επενδύσεων με κεφάλαια που θα αντλήσει από την κεφαλαιαγορά. Στη μελέτη αυτή θα ερευνηθεί αν η ανακοίνωση μη αναμενόμενων μερισμάτων επιφέρει έκτακτες αποδόσεις στις τιμές των μετοχών. Η περίοδος που θα ελεγχθεί είναι πέντε χρόνια, από 1/1/1996 έως 31/12/2000 για όλες τις εταιρίες οι οποίες είναι εισηγμένες στο ΧΑΑ, εκτός των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Μη αναμενόμενο μέρισμα 0α θεωρήσουμε, ακολουθώντας τη διεθνή βιβλιογραφία, αυτό που διαφέρει από το μέρισμα της προηγούμενης περιόδου τουλάχιστον κατά 30%. Ως έκτακτες αποδόσεις ορίζουμε τη διαφορά των πραγματοποιηθέντων αποδόσεων από αυτές που θα αναμέναμε σύμφωνα με το μοντέλο της αγοράς. Η μέθοδος που θα χρησιμοποιηθεί στην παρούσα εργασία είναι αυτή της ανάλυσης επιχειρηματικών γεγονότων (event study). Η ανάλυση επιχειρηματικών γεγονότων ερευνά το κατά πόσο κάποιο γεγονός προκαλεί στατιστικά σημαντική αντίδραση στις τιμές των μετοχών των επιχειρήσεων. Το γεγονός αυτό μπορεί να ελέγχεται από την εταιρία, όπως πχ η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ή να προέρχεται από εξωτερικούς παράγοντες, όπως η μεταβολή του θεσμικού πλαισίου που επηρεάζει τη λειτουργία των επιχειρήσεων.