Αειφόρος τουριστική ανάπτυξη και δίκαιο του περιβάλλοντος - διερεύνηση των προοπτικών με στόχο την αειφόρο τουριστική ανάπτυξη στο Δήμο Πρεσπών
View/ Open
Abstract
Ο σύγχρονος τουρισμός, που πρόδρομό του αποτελούν οι περιηγήσεις που πραγματοποιούσε ο άνθρωπος από την αρχαιότητα, τις τελευταίες δεκαετίες κρίνεται ως ένα πολυδιάστατο φαινόμενο με κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις. Παράλληλα, αποτελεί ένα φαινόμενο συνώνυμο της κατανάλωσης και του ελεύθερου χρόνου στην ανάπτυξη του οποίου συντέλεσαν η τεχνολογία και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου. Η ανάγκη για μια νέα και πιο σφαιρική αντίληψη απέναντι στον τουρισμό έκανε την εμφάνισή της ήδη από τη δεκαετία του 1970, με αφορμή τις οικολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αρνητικές επιπτώσεις της τουριστικής δραστηριότητας. Η συγκεκριμένη ανάγκη κρίνεται πλέον επιτακτική τον 21ο αιώνα και βρίσκει εφαρμογή στη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Στη συντριπτική της πλειοψηφία, η τουριστική ανάπτυξη παγκοσμίως(και πολύ περισσότερο στην Ελλάδα) διαθέτει τοποθετημένα τα θεμέλιά της στο τρίπτυχο: α)Ήλιος, β)Θάλασσα και γ)Βουνό. Οι περιοχές αυτού του είδους διακρίνονται για την ευαίσθητη ισορροπία που εκδηλώνεται ανάμεσα στην κοινωνία, το περιβάλλον(Φυσικό και Πολιτισμικό) και την οικονομία. Ως αποτέλεσμα του προτύπου του μαζικού τουρισμού καθίσταται η οικονομική μονοκαλλιέργεια, η εγκατάλειψη, η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, η ανεξέλεγκτη οικιστική ανάπτυξη και η μεταβολή στις χρήσεις της γης. Είναι ευρέως αντιληπτό ότι η τουριστική ανάπτυξη παρουσιάζει αλληλεξάρτηση με τις περιβαλλοντικές συνθήκες από διάφορες απόψεις. Στοιχεία του φυσικού αλλά και του δομημένου περιβάλλοντος αποτελούν εισροή στην τουριστική παραγωγική διαδικασία, η οποία, με τη σειρά της, επηρεάζει το περιβάλλον είτε δυσμενώς είτε ευνοϊκά. Ειδικότερα η τουριστική ανάπτυξη μιας περιοχής, υπό τους κατάλληλους όρους και προϋποθέσεις, μπορεί να συμβάλει στην αναβάθμιση της ποιότητας του περιβάλλοντος ή ακόμη και στη δημιουργία νέων περιβαλλοντικών αγαθών, ειδικότερα σε ότι αφορά το δομημένο περιβάλλον, κάτι που δεν συμβαίνει με πολλές άλλες σύγχρονες χρήσεις. Έτσι λοιπόν, τα τελευταία έτη λαμβάνουν χώρα ολοένα και περισσότερες προσπάθειες με κεντρικό άξονα δράσης τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Η βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου και του περιβάλλοντος κρίνουν υποχρεωτική την ανάγκη υιοθέτησης των αρχών της και προς αυτή την κατεύθυνση δραστηριοποιούνται τα περισσότερα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχοντας εντάξει στην τουριστική στρατηγική τους τις αρχές αυτές. Η σημερινή περιβαλλοντική κρίση οφείλεται αποκλειστικά στο μοντέλο της οικονομικής ανάπτυξης, το οποίο δεν ήταν ποτέ συμβατό με τη φέρουσα ικανότητα της φύσης. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σε υψηλό ποσοστό, κάτι που οφείλεται στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και την άκρως επιθετική και άναρχη ανάπτυξη του τουριστικού φαινομένου, καταλήγοντας στα σημερινά αδιέξοδα του φαινομένου του θερμοκηπίου, της μεταβολής του παγκόσμιου κλίματος και της εξάντλησης των φυσικών πόρων. Η επιδίωξη του στόχου της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης, που δεσμεύεται να ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των επόμενων γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες, δεν αποτελεί επιλογή αλλά αναγκαιότητα. Για την Ελλάδα, με τον πλούσιο περιβαλλοντικό, πολιτιστικό και ιστορικό πλούτο η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη μονόδρομο. Το δέλεαρ για την μελέτη και εκπόνηση ενός στρατηγικού πλαισίου βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης για το Δήμο Πρεσπών, καθίσταται ιδιαίτερα θελκτικό. Η περιορισμένη μέχρι πρότινος τουριστική ανάπτυξη του προορισμού αυτού, καθιστά φανερή την υιοθέτηση και εφαρμογή ενός συνεχούς σχεδιασμού με αποκλειστικό γνώμονα τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη και την αποφυγή καταστροφής ή υποβάθμισης των ευαίσθητών οικοσυστημάτων μέσω της υπέρμετρης τουριστικής δραστηριότητας. Στο τέταρτο μέρος της παρούσας εργασίας, που αφορά τη μελέτη περίπτωσης του Δήμου Πρεσπών, τα συμπεράσματα τα οποία εξάγονται βασίζονται σε δευτερογενή στοιχεία, τα οποία προέρχονται από την Ε.Σ.Υ.Ε., από το διαδίκτυο, από αρθρογραφία, από υπάρχουσα βιβλιογραφία, από τηλεφωνικές συνεντεύξεις, από προσωπική εμπειρία καθώς και από μελέτες που έχουν εκπονηθεί για την περιοχή.