Information content of asset growth for future firm performance
Αξιολόγηση του πληροφοριακού περιεχομένου της ανάπτυξης του ενεργητικού για την μελλοντική εταιρική επίδοση
Doctoral Thesis
Συγγραφέας
Diamantopoulou, Lydia
Διαμαντοπούλου, Λυδία
Ημερομηνία
2021-09-14Επιβλέπων
Artikis, PanagiotisΑρτίκης, Παναγιώτης
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Asset growth effect ; Accounting distortions ; Risk ; MispricingΠερίληψη
Η ανωμαλία ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων και ο σχετικός παράγοντας αύξησης του ενεργητικού αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό των σύγχρονων εμπειρικών μοντέλων αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων. Παρόλο που υπάρχουν εκτεταμένες μελέτες σχετικά με την ευρεία ύπαρξη της ανωμαλίας ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων παγκοσμίως, συναίνεση δεν έχει ακόμη επιτευχθεί για το τι προκαλεί την εν λόγω ανωμαλία. Η υπάρχουσα βιβλιογραφία την αποδίδει σε δύο σημαντικά κανάλια που μπορούν να οδηγήσουν αυτή την αρνητική σχέση μεταξύ της ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων και των μελλοντικών αποδόσεων των μετοχών: το πρώτο προτείνει κάποιος μορφής λανθασμένης αποτίμησης και το δεύτερο είναι πιο συμβατό με ορθολογικές εξηγήσεις.
Για να ερευνήσουμε το κατά πόσο η ανωμαλία αποδίδεται σε κάποιας μορφής λανθασμένη αποτίμηση αναπροσαρμόζουμε την μεθοδολογία των Bali et al. (2010) και των Piotroski και So (2012). Στην συνέχεια για να εξετάσουμε σε βάθος το κατά πόσο ο παράγοντας αύξησης του ενεργητικού αποτελεί παράγοντα κινδύνου, ενσωματώνουμε την μεθοδολογία two-stage cross-sectional regression (Gray και Johnson, 2011). Εν συνόλω τα αποτελέσματά μας συνάδουν περισσότερο με μιας μορφής ορθολογική εξήγηση για την ανωμαλία ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη.
Επειδή η αύξηση των περιουσιακών στοιχείων είναι το άθροισμα των «υποσυνόλων» ανάπτυξης από την αριστερή ή δεξιά πλευρά του ισολογισμού, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ορισμένα συστατικά της συνολικής ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων υπόκεινται στην ελευθεριότητα απεικόνισης λογιστικών μεγεθών από την διοίκηση της εκάστοτε εταιρείας. Οι Barton και Simko (2002) υποστηρίζουν ότι ο ισολογισμός ενσωματώνει όλες τις προηγούμενες λογιστικές επιλογές, οπότε το επίπεδο των περιουσιακών στοιχείων μπορεί στη συνέχεια να αντικατοπτρίζει τη όποια προηγούμενη λογιστική ελευθεριότητα στη διαχείριση των κερδών. Έτσι, η φυσική ερώτηση που ανυψώνεται είναι: υπάρχουν ορισμένες δυνάμεις οδήγησης που μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη του ισολογισμού εκτός από την πραγματική αύξηση των επενδύσεων; Πράγματι, η αύξηση των λογαριασμών του ισολογισμού μπορεί να οδηγείται από λογιστικές στρεβλώσεις και / ή μειωμένη απόδοση (Richardson et αl., 2006, Doukakis και Παπαναστασόπουλος, 2014, Watanabe et al 2013). Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιούμε και αναπροσαρμόζουμε την αλγεβρική «διάσπαση» των Richarkson et αl. (2006), ώστε να είναι εφαρμόσιμη στην ανωμαλία ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων. Τέλος, σύμφωνα με τον Δουκάκη και Παπαναστασόπουλο (2014), διερευνούμε πώς θα μπορούσαν να σχετίζονται με τα «υποστοιχεία» πραγματικής ανάπτυξης και αποτελεσματικότητας της συνολικής αύξησης των περιουσιακών στοιχείων στις αποδόσεις των μετοχών.
Using regression- and portfolio-based analysis, we show that both asset growth components contribute to the negative relationship between asset growth and stock returns. Hedge portfolios formed on the magnitude of either the growth component or accounting distortions and/or the efficiency component generate large positive and highly significant monthly size adjusted stock returns. We also show that neither component subsumes nor dominates the other in predicting future returns. Notably, accounting- and growth-based factors appear to complement each other in driving the asset growth effect.
Χρησιμοποιώντας ανάλυση παλινδρομήσεων και χαρτοφυλακίων, τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι ο παράγοντας πραγματικής ανάπτυξης έχει ισχυρότερη επίδραση επί των αποδόσεων των μετοχών σε χώρες με ισχυρότερη αποτελεσματικότητα αγορών, λιγότερες δυσκολίες για εξισορροπητική κερδοσκοπία και χαμηλότερο βαθμό ελευθεριότητας επί λογιστικών πρακτικών από την πλευρά της διοίκησης των εταιρειών. Ο βαθμός ανάπτυξης των αγορών, ο όγκος συναλλαγών, η δραστηριότητα των αναλυτών, τα κόστη συναλλαγών και η λογιστική διαχείριση των κερδών έχουν τον πιο σημαντικό αντίκτυπο στον παράγοντα πραγματικής ανάπτυξης. Τα αποτελέσματα αυτά υποστηρίζουν ότι η επίδραση του εν λόγω παράγοντα, που αντιπροσωπεύει την επίδραση της ανάπτυξης επενδύσεων στις μελλοντικές αποδόσεις, είναι πιο συμβατική με μία ορθολογική εξήγηση του φαινομένου.
Η προγνωστική ικανότητα του παράγοντα αποδοτικότητας επί των μελλοντικών αποδόσεων είναι ισχυρότερη σε χώρες με χαμηλότερο βαθμό αποτελεσματικότητας της αγοράς, ισχυρότερα εμπόδια στην εξισορροπητική κερδοσκοπία, ασθενέστερη εταιρική διακυβέρνηση και μεγαλύτερο βαθμό ελευθεριότητας απεικόνισης των οικονομικών μεγεθών από την διοίκηση των εταιρειών. Τα αποτελέσματα των παλινδρομήσεων οδηγούν στο ότι σχεδόν όλες οι μεταβλητές που αντιπροσωπεύουν διάφορα χαρακτηριστικά των αγορών της Ευρώπης (ο βαθμός της αποτελεσματικότητας των αγορών αποτελεί την μόνη εξαίρεση), παρουσιάζουν ισχυρό αντίκτυπο στην προβλεψιμότητα του παράγοντα της αποδοτικότητας επί των αποδόσεων των μετοχών. Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η επίδραση του παράγοντα που αντιπροσωπεύει τις λογιστικές στρεβλώσεις και / ή την μειωμένη απόδοση διαχείρισης των στοιχείων του Ενεργητικού είναι πιθανότερο να οφείλεται σε λανθασμένη αποτίμηση από πλευρά των επενδυτών. Συνολικά, η ανάλυση σε επίπεδο χαρακτηριστικών μιας χώρας μας υποδεικνύει ότι η ανωμαλία ανάπτυξης περιουσιακών στοιχείων μπορεί να οφείλεται πιθανότατα σε ένα μείγμα ορθολογικών και μη εξηγήσεων, επιβεβαιώνοντας την διττή φύση της και τη συνεχιζόμενη έρευνα για το τι εν τέλει «δημιουργεί» την εν λόγω ανωμαλία.