Η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης επιχείρησης στην αγορά: η περίπτωση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Καταχρηστική εκμετάλλευση ; Δεσπόζουσα θέση ; Αθηναϊκή ΖυθοποιίαΠερίληψη
Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάλυση των χαρακτηριστικότερων καταχρηστικών πρακτικών που εφαρμόζονται από επιχειρήσεις που κατέχουν δεσπόζουσα θέση σε μία αγορά, όπως αυτές παρουσιάζονται μέσα από την υπόθεση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας -θυγατρικής εταιρίας της πολυεθνικής Heineken NV- που έχει απασχολήσει επί πολλά έτη την Επιτροπή Ανταγωνισμού στη χώρα μας και τα εθνικά δικαστήρια. Ειδικότερα, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, ακολουθώντας συγκεκριμένη αντιανταγωνιστική στρατηγική, χρησιμοποίησε, τουλάχιστον κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σειρά καταχρηστικών πρακτικών, όπως είναι η επιβολή όρου αποκλειστικότητας στους πελάτες της, με απώτερο σκοπό να περιορίσει και εκδιώξει τους ανταγωνιστές της από τη σχετική αγορά και να παρεμποδίσει την είσοδο νέων, δυνητικών ανταγωνιστών. Ο τελικός της στόχος ήταν η απόλυτη επικράτησή της στην αγορά μπύρας -στην οποία ήδη κατείχε δεσπόζουσα θέση και ιδιαίτερα υψηλό μερίδιο αγοράς- και συνακόλουθα η μεγιστοποίηση των κερδών της και η ενίσχυση της κυρίαρχης θέσης της σε αυτή.
Στο Εισαγωγικό Κεφάλαιο γίνεται αναφορά στη γέννηση και ιστορική εξέλιξη του Δικαίου του Ελεύθερου Ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και στην ανάγκη προστασίας και διασφάλισης ενός αποτελεσματικού ανταγωνισμού -στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ελεύθερης οικονομίας που αυτή προωθεί-, η οποία επιτυγχάνεται μέσω της κατάλληλης Πολιτικής Ανταγωνισμού και της εφαρμογής των σχετικών διατάξεων του Ενωσιακού Δικαίου. Ακολούθως, γίνεται αναφορά στον κρίσιμο ρόλο της διαπίστωσης πιθανών παραβάσεων της νομοθεσίας του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, τον οποίο έχει επωμιστεί σε ενωσιακό επίπεδο η Επιτροπή, σε συνεργασία με τις αντίστοιχες Επιτροπές Ανταγωνισμού των κρατών-μελών. Οι αρχές αυτές ερευνούν, συγκεντρώνουν αποδεικτικά στοιχεία και εκδίδουν αποφάσεις, επιβάλλοντας πάσης φύσεως κυρώσεις και πρόστιμα στους παραβάτες, ενώ στη συνέχεια επιλαμβάνονται αντίστοιχα τα αρμόδια εθνικά ή ενωσιακά δικαστήρια.
Στο Πρώτο Κεφάλαιο αναλύεται το άρθρο 102 ΣΛΕΕ που ρυθμίζει σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά από επιχείρηση, ενώ επεξηγούνται βασικές έννοιες για την πληρέστερη κατανόηση των σχετικών παραβάσεων, όπως της σχετικής αγοράς, της δεσπόζουσας θέσης και των χαρακτηριστικότερων μορφών καταχρηστικής εκμετάλλευσής της. Παράλληλα, αναφορά γίνεται και στο αντίστοιχο άρθρο 2 του ν. 3959/2011.
Στο Δεύτερο Κεφάλαιο περιγράφεται η σχέση του ενωσιακού Δικαίου για την προστασία του Ελεύθερου Ανταγωνισμού με τα αντίστοιχα εθνικά δίκαια και συγκεκριμένα με το ελληνικό, ενώ παράλληλα γίνεται αναφορά στις ριζικές μεταρρυθμίσεις που εισήγαγε ο Κανονισμός 1/2003.
Στο Τρίτο Κεφάλαιο παρουσιάζεται διεξοδικά η υπόθεση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, με τη διαδικασία που έλαβε χώρα ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού και τα αποτελέσματα από την έρευνα των αρμόδιων οργάνων αναφορικά με τις παραβάσεις που διαπιστώθηκαν σε όλα τα επίπεδα της αγοράς -λιανεμπορίου και χονδρικής. Στο τέλος, παρατίθεται το διατακτικό της απόφασης της ΕΑ με τις ακόλουθες κυρώσεις που επέβαλε στην Αθηναϊκή Ζυθοποιία.
Στο Τέταρτο Κεφάλαιο αναπτύσσεται η συνέχεια της υπόθεσης, με την προσφυγή της δεσπόζουσας ΑΖ στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και την παράθεση των σημαντικότερων σκέψεων της εν λόγω απόφασης, η οποία επίσης έκρινε ότι η δεσπόζουσα επιχείρηση προέβη στην τέλεση των επίδικων παραβάσεων, επικυρώνοντας κατά το μεγαλύτερο μέρος την απόφαση της Επιτροπής, μειώνοντας ωστόσο το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην Αθηναϊκή Ζυθοποιία.
Στο Πέμπτο Κεφάλαιο γίνεται αναφορά στο τοπίο της αγοράς ζύθου σήμερα, κατόπιν της παρέμβασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των κυρώσεων που συνεπάγονταν για την Αθηναϊκή Ζυθοποιία οι αποφάσεις που ακολούθησαν. Παρουσιάζεται μια εν τοις πράγμασι βελτιωμένη κατάσταση στη σχετική αγορά, με την δεσπόζουσα ΑΖ να έχει περιορίσει τις αντιανταγωνιστικές πρακτικές του παρελθόντος που οδηγούσαν σε νόθευση του ανταγωνισμού και εμπόδια εισόδου νέων επιχειρήσεων. Συνακόλουθα, τα τελευταία χρόνια έχει εμφανιστεί πληθώρα νέων εταιριών παραγωγής και διανομής ζύθου, που κερδίζουν ολοένα και μεγαλύτερα μερίδια στην εγχώρια αγορά, λόγω της αυξανόμενης προτίμησης των καταναλωτών και της σχέσης ποιότητας-τιμής που παρουσιάζουν τα προϊόντα τους.
Τέλος, στον Επίλογο, γίνεται μνεία στην απόφαση «σταθμό» της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που καταλόγισε στην Αθηναϊκή Ζυθοποιία το υψηλότερο έως τώρα πρόστιμο που επιβλήθηκε για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης και αποτέλεσε το έναυσμα για την «απελευθέρωση» της αγοράς μπύρας και τη μείωση μακροχρόνιων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Η, δε, ισχύουσα ενωσιακή και εθνική νομοθεσία μπορούν -σύμφωνα με την άποψη της γράφουσας-, σε συνδυασμό με την εφαρμογή της πάγιας νομολογίας και την εύρυθμη λειτουργία της αρμόδιας Επιτροπής Ανταγωνισμού, να προστατεύσουν αποτελεσματικά τη δομή των αγορών σε Ελλάδα και ΕΕ και να οδηγήσουν στην εν γένει ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας και την άνθηση της οικονομίας, σε μια χρονική περίοδο, κατά την οποία αυτό έχει καταστεί επιτακτική ανάγκη, περισσότερο από ποτέ.