Χρηματοοικονομική ανάλυση μεταλλευτικών και μεταλλουργικών επιχειρήσεων
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Κατασκευαστικός κλάδος ; Επιχειρήσεις ; Ελληνική οικονομία ; Χρηματοοικονομικοί δείκτες ; Οικονομική κρίση ; Δείκτες μέτρησης της απόδοσηςΠερίληψη
Ο στόχος της παρούσας πτυχιακής είναι η διερεύνηση της οικονομικής κατάστασης των
ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τη συνεχιζόμενη
οικονομική ύφεση στην ευρύτερη ελληνική αγορά. Η διεξαγωγή αυτής της έρευνας,
έγινε με την συλλογή δευτερογενών δεδομένων από τις ετήσιες εκθέσεις ισολογισμών
και αποτελεσμάτων χρήσεως από ένα δείγμα 11 ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών.
Ύστερα τη συλλογή των δεδομένων, αυτά επεξεργάστηκαν αναλόγως με τη χρήση
χρηματοοικονομικών δεικτών. Μαζί με την έρευνα πραγματοποιήθηκε παράλληλα και
μελέτη σχετικά με τα αίτια της παγκόσμιας κρίσης του 2008, την ελληνική οικονομική
κρίση, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους ο κατασκευαστικός τομέας
αλληλοσυνδέεται με την ευρύτερη οικονομία.
Τα δεδομένα συλλέχθηκαν για την περίοδο 2004 έως και 2015. Αυτό έγινε με σκοπό να
επιτραπεί και μια σαφέστερη διάκριση σχετικά με τις επιπτώσεις της ελληνικής
οικονομικής ύφεσης που ξεκίνησε γύρω στο 2009-2010. Οι κατηγορίες
χρηματοοικονομικών δεικτών που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα πτυχιακή αφορούν
την μέτρηση της κερδοφορίας των εταιρειών του δείγματος καθώς και την ρευστότητα
τους, την ικανότητα διαχείρισης του χρέους τους, την χρονική περίοδο μετατροπής των
αποθεμάτων σε ρευστά, όπως και άλλους δείκτες ιδιαίτερης σημασίας για τον
κατασκευαστικό τομέα.
Όσον αφορά τους δείκτες κερδοφορίας των εταιρειών που χρησιμοποιήθηκαν για την
παρούσα έρευνα, ήταν αξιοσημείωτο ότι, κατά μέσο όρο, οι αποδόσεις τους μειώθηκαν
μεταξύ 2008 και 2009, ενώ μετά το 2010 οι περισσότερες από αυτές παρουσίασαν
οικονομικές ζημίες. Όσον αφορά τους δείκτες ρευστότητας, τόσο ο current όσο και o
quick ratio δείχνουν ότι οι εταιρείες τους δείγματος μπορούν κατά μέσο όρο να
εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους έναντι τρίτων, όπως π.χ. προς τους προμηθευτές
τους. Ωστόσο, οι μέσες τιμές αυτών των δεικτών είναι οριακά πάνω από την τιμή του
"1", γεγονός που σημαίνει ότι αντιμετωπίζουν γενικά δυσκολίες, οι οποίες πιθανότατα
θα ενταθούν εάν εξακολουθήσουν να υφίστανται οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες.
Όσον αφορά τους δείκτες διαχείρισης του χρέους, φαίνεται ότι η μέση τιμή του δείκτη
μόχλευσης αυξάνει μετά το 2010, ενώ η μέση τιμή του δείκτη εξυπηρέτησης τόκων
μειώνεται. Αυτό δείχνει ενδεχομένως ότι οι εταιρείες του δείγματος οδηγήθηκαν στο να
λάβουν μεγαλύτερο δανεισμό ώστε να αντιμετωπίσουν οικονομικά ζητήματα. Όμως από
την άλλη η φθίνουσα κερδοφορία δείχνει ότι ενδέχεται να έχουν πρόβλημα στο μέλλον
να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους έναντι των πιστωτών, αυξάνοντας έτσι τους
πιθανούς κινδύνους πτώχευσης. Ο χρόνος μετατροπής των αποθεματικών σε ρευστά
είχε ανοδικές τάσεις μέχρι και το 2013, κάτι που σημαίνει ότι οι εταιρείες χρειάζονταν
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για να συγκεντρώσουν μετρητά από τους πελάτες τους,
με τις τιμές όμως αυτών των δεικτών να παρουσιάζονται μειωμένες το 2014 και το
2015.Οι δείκτες ανακύκλωσης των αποθεμάτων και περιόδου συλλογής των
εισερχομένων εμφάνισαν σημαντικές αυξητικές τάσεις μετά το 2008, υποδεικνύοντας
πιθανή μείωση της ζήτησης για τις υπηρεσίες / προϊόντα των κατασκευαστικών
εταιρειών. Ο δείκτης της περιόδου αποπληρωμής οφειλόμενων υποχρεώσεων
παρουσιάζει επίσης αυξητικές τάσεις μετά το 2008. Ωστόσο, οι τάσεις του τελευταίου
δείκτη μπορούν να ωφελήσουν τις κατασκευαστικές εταιρείες, καθώς ενισχύουν τη
ρευστότητα τους, παρέχοντας παράλληλα ενδείξεις σχετικά με τη διαπραγματευτική
ισχύ που έχουν με τους προμηθευτές τους. Η μελέτη του δείκτη παγίων περιουσιακών
στοιχείων έδειξε ότι οι εταιρείες του δείγματος, μετά το 2010, δεν χρησιμοποιούν με
αρκετά αποτελεσματικό τρόπο τα περιουσιακά τους στοιχεία για τη δημιουργία πωλήσεων, καθώς η μέση τιμή του έχει καθοδικές τάσεις. Το ίδιο ισχύει και για τον
δείκτη κύκλου εργασιών κεφαλαίου κίνησης, του οποίου η μέση τιμή μειώνεται μετά το
2011, κάτι που σημαίνει επίσης ότι οι εταιρείες του δείγματος δεν χρησιμοποιούν το
κεφάλαιο κίνησης με ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο για τη δημιουργία πωλήσεων.
Γενικά, οι περισσότεροι οικονομικοί δείκτες που εξετάστηκαν στην παρούσα πτυχιακή
δείχνουν αρνητικές τάσεις μετά το 2009-2010, κάτι το οποίο μπορεί να αποδοθεί
ευλόγως στην συνεχιζόμενη κρίση που υφίσταται η ελληνική οικονομία. Ορισμένοι
δείκτες παρουσιάζουν πιο ευνοϊκές τάσεις κατά την περίοδο 2014-2015. Ωστόσο, η
συγκεκριμένη έρευνα δεν έχει συνυπολογίσει την πλήρη επίπτωση γεγονότων που
έλαβαν χώρα μέσα στο 2015 και μετά, όπως η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων από
ελληνικές τράπεζες, καθώς είναι ακόμη σχετικά πρόσφατα.