Χρηματοδότηση επιχειρήσεων κλάδου τηλεπικοινωνιών
Προβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
Τηλεπικοινωνίες ; Χρηματοδότηση ; Κεφάλαιο ; Επιχειρήσεις -- ΟικονομίαΠερίληψη
Στην παρούσα μελέτη έχουν αναλυθεί οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις έξι μεγάλων εταιριών του κλάδου των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα για το έτος 2010. Προκειμένου να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα για την πρακτική που εφαρμόζεται από τα στελέχη και τους μάνατζερ των Τηλεπικοινωνιακών Επιχειρήσεων όσον αφορά την κεφαλαιακή διάρθρωση και τη χρηματοδότηση των επενδύσεών τους, χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο το γνωστικό θεωρητικό υπόβαθρο των βασικών θεμελιωδών αρχών της χρηματοδότησης. Με βάση τη σχετική χρηματοοικονομική θεωρία, που αφορά την κεφαλαιακή διάρθρωση των επιχειρήσεων και τις βασικές αρχές χρηματοδότησης, μεθοδεύεται η ανάλυση και συμπεραίνονται τα πλεονεκτήματα της εφαρμογής αυτών των βασικών αρχών. Μελετώντας τη χρηματοδότηση η εργασία θα σταθεί μόνο στον τρόπο χρηματοδότησης των επενδύσεων (πάγια και συμμετοχές) μέσω των ιδίων και ξένων κεφαλαίων, αναλύοντας σχέσεις όπως δανειακή επιβάρυνση, καθαρό κεφάλαιο κίνησης κλπ. Για το λόγο αυτό, εξετάζεται και αναλύεται σε συνδυασμό με τις αρχές χρηματοδότησης και κάποιους βασικούς αριθμοδείκτες στις εταιρίες του δείγματός, προκειμένου να αναχθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα αποτελέσματα του βαθμού ικανοποίησης των αρχών αυτών στην Ελληνική πραγματικότητα των Επιχειρήσεων, εν μέσω της οικονομικής κρίσης που δυστυχώς έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της στην Ελληνική Οικονομία το έτος 2010. Ο ΟΤΕ επένδυσε στις νέες τεχνολογίες αλλά είναι αδύνατο να υπολογίσει την αποδοτικότητα της επένδυσης λόγω καθυστερήσεων στην εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας. Η VODAFONE και η WIND χρηματοδοτούν τα πάγιά τους με ξένα κεφάλαια μεγάλης διάρκειας. Η WIND έχει την μεγαλύτερη αποδοτικότητα των ιδίων κεφαλαίων, η CYTA έχει την μεγαλύτερη ικανότητα κάλυψης βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων και η FORTHNET κινδυνεύει με έλλειψη ρευστότητας. Επίσης, το κυκλοφορούν ενεργητικό των COSMOTE και WIND είναι μικρότερο από τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις τους. Έχοντας καταλήξει στα συμπεράσματά για τον τρόπο χρηματοδότησης των εταιρειών που έχει μελετηθεί, στο τελευταίο κεφάλαιο της παρούσας μελέτης γίνεται μια προσπάθεια παράθεσης κάποιων κατευθύνσεων για περαιτέρω έρευνα. Θα μπορούσαν να συγκριθούν τα αποτελέσματα αναζητώντας το κόστος κεφαλαίου για κάθε μία από τις εταιρείες του δείγματος, καθώς και για ποιον λόγο είναι απαραίτητη αυτή η αναφορά. Επίσης, αν η μελέτη επαναλαμβανόταν για χρονικό διάστημα π.χ. μιας πενταετίας θα κάλυπτε περισσότερα θέματα και θα βοηθούσε στην αποφυγή λαθών στο μέλλον. Πολύ ενδιαφέρουσα θα ήταν και η σύγκριση των αποτελεσμάτων με έναν κλάδο της Ελληνικής αγοράς που ασχολείται με την πώληση ηλεκτρονικών συσκευών αφού θα βοηθούσε τις εταιρίες του κλάδου των τηλεπικοινωνιών να αναπτυχθούν κατάλληλα στο μέλλον ώστε να επιβιώσουν περισσότερο ενισχύοντας το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα. Τέλος, αν τα αποτελέσματα συγκρίνονταν με ένα δείγμα επιχειρήσεων του ιδίου κλάδου που δραστηριοποιείται σε χώρα του εξωτερικού θα ήταν δυνατό για τις εταιρίες του δείγματός να παραδειγματιστούν ώστε να αναπτυχθούν πιο δυναμικά στο άμεσο μέλλον.