Η ανταγωνιστική λειτουργία της επιχείρησης στο πλαίσιο των κανόνων ανταγωνισμού της ενιαίας αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Firm's competitive performance within the EU single market competition law
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Ανταγωνιστικότητα ; Δίκαιο της ΕΕ για τον ελεύθερο ανταγωνισμό ; Επιχείρηση ; Οικονομικός ανταγωνισμός ; Συμμόρφωση ; Δια βίου εκπαίδευση στο οικονομικό δίκαιο ; Σύννομες επιχειρηματικές αποφάσεις ; Competitiveness ; Lifelong learning in economic law ; Legitimate commercial decisions ; Compliance ; Economic competition ; Undertakings ; EU competition lawΠερίληψη
Μόλις έφτασε στα γραφεία της επιχείρησής σας η πληροφορία ότι η ανταγωνιστική επιχείρηση σκοπεύει να εισάγει ένα νέο προϊόν. Θα μπορούσατε άμεσα να προβείτε στην μείωση της τιμής του δικού σας προϊόντος; Μήπως θα έπρεπε να ζητήσετε από τον διανομέα να μην παραλάβει προς εμπορία το προϊόν του ανταγωνιστή;
Η καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων είναι σύμφυτη με τη λήψη σοβαρών οικονομικών αποφάσεων. Η παρούσα ερευνά και αποδεικνύει ότι η σύγχρονη επιχείρηση καλείται να λάβει πλήθος καθημερινών αποφάσεων οικονομικής φύσης με σοβαρό νομικό αντίκτυπο. Ένας προβληματισμός που εκκινεί ως οικονομικός διεγείρεται από τις νομικές ενέργειες της Διοίκησης, τις Αποφάσεις του Δικαστή, καθώς και πιθανώς από την πρωτοβουλία του νομοθέτη, και εύκολα εισέρχεται ευθέως στον πλησίστιο χώρο της νομικής αξιολόγησης της συμβατότητας μιας επιχειρηματικής απόφασης προς τον κανόνα δικαίου. Σκοπός είναι να διαφύγουμε από τις γενικές κατηγορίες σκέψης και τις καθολικές έννοιες που δεν επιτρέπουν να ειπωθεί κάτι νέο, κάτι κριτικά χρήσιμο, αλλά να εστιάσουμε στον ίδιο τον χώρο που οριοθετεί η οικονομική νομιμότητα. Εκεί θα υπάρχει πάντα η ανάγκη για την άτεγκτη, έναντι όλων, επιβολή του κανόνα δικαίου αλλά και η μεγάλη διακριτική ευχέρεια που καταλείπει ο ίδιος ο κανόνας στους ενδιαφερόμενους κατά την εφαρμογή του. Επομένως, η κρίση για το αν μία συμπεριφορά αντίκειται στο δίκαιο και περιορίζει τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά συνέχεται συμβιωτικά τόσο με τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, όσο και με το γενικότερο πλαίσιο στο οποίο λαμβάνουν χώρα οι συμπεριφορές αυτές.
Η εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς, όπως την γνωρίζουμε και τη βιώνουμε εκατομμύρια ευρωπαίοι πολίτες, όπου εξασφαλίζεται ο θεμιτός και αποτελεσματικός ελεύθερος ανταγωνισμός, είναι καίριας σημασίας για την τόνωση της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης. Με τόσο σοβαρούς και αναπόδραστους κλυδωνισμούς (χρηματοπιστωτική κρίση, πολεμικές συρράξεις, πανδημία, κ.ά.) η λειτουργία της ενιαίας αγοράς δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και απαιτούνται συγκεκριμένες προσπάθειες για την εμβάθυνσή της.
Η ανάπτυξη και η παραγωγικότητα υποστηρίζονται καλύτερα από ανταγωνιστικές και αποτελεσματικές αγορές που αποφεύγουν την αστάθεια των τιμών, καθώς και από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που εξαλείφουν τα εμπόδια στο επιχειρηματικό περιβάλλον σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Η χρηστή διακυβέρνηση και ο σεβασμός του κράτους δικαίου, ιδίως των ανεξάρτητων, ποιοτικών και αποδοτικών συστημάτων εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού και απονομής δικαιοσύνης και τα ισχυρά πλαίσια καταπολέμησης της διαφθοράς και της απάτης, αποτελούν βασικούς καθοριστικούς παράγοντες μιας οικονομίας στην υπηρεσία των ανθρώπων.
Με την παρούσα διατριβή τίθεται ως βασικός στόχος να ερευνηθούν οι τρόποι με τους οποίους οι καθημερινές διαχειριστικές αποφάσεις για την καλλιέργεια ανταγωνιστικής λειτουργίας μιας επιχείρησης είναι σύννομοι κατά τους κανόνες δικαίου του ελευθέρου ανταγωνισμού. Αυτό που έχει σημασία, εν τέλει, είναι ότι όντως τηρούνται οι κανόνες. Όταν πρέπει να ληφθούν πρακτικά μέτρα για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση, οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν υπόψη ότι οι προσπάθειές τους θα αξιολογηθούν με βάση τα αποτελέσματα, με άλλα λόγια ότι θα κριθούν από το κατά πόσο επέτυχαν να αποφύγουν τις παραβάσεις. Επομένως, ως έτερος σκοπός της παρούσας ήταν η διαπίστωση της εξοικείωσης με τους σχετικούς κανόνες των ανθρώπων που λαμβάνουν τις επιχειρηματικές αποφάσεις και συνακόλουθα η αξιολογική τους κρίση ως προς τυχόν δυσανάλογους περιορισμούς που θέτουν οι κανόνες αυτοί στην επιχειρηματική λειτουργία. Για την εξαγωγή συμπερασμάτων επιχειρείται για πρώτη φορά στην βιβλιογραφία η συγκέντρωση και κατηγοριοποιήση των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού και η ανάλυση για την τυχόν συσχέτισή τους με την δομή της ελληνικής αγοράς και την πορεία των οικονομικών δεικτών στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα έκδοσης της νομολογίας. Από την έρευνα αυτή δεν εξάγεται βέβαιη συσχέτιση. Ακολούθως, ως ερευνητικό εργαλείο για την εξαγωγή συμπερασμάτων χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο. Απευθυνόμενοι σε ένα στοχευμένο δείγμα ερωτώμενων, με υψηλό επίπεδο γνώσεων στους κανόνες δικαίου ανταγωνισμού ή την οικονομική επιστήμη, η παρούσα εξάγει ιδιαίτερα χρήσιμα συμπεράσματα.
Πρώτον, διαπιστώνουμε την εμπιστοσύνη στην αγορά -ως θεσμό- που επιτρέπει στη σύγχρονη ευρωπαϊκή επιχείρηση να μπορεί να λειτουργεί ανταγωνιστικά υπό τους κανόνες του δικαίου του ανταγωνισμού. Δεύτερον, αναφέρονται σημαντικές αποκλίσεις στις απαντήσεις μεταξύ των δυο φύλων, ως προς την απαίτηση για την κοινωνικό παρεμβατισμό του κράτους με σκοπό την δικαιότερη ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Τρίτον, σημειώνεται η καθολική αποδοχή της νόμιμης συμπεριφοράς μιας επιχείρησης, ως προϋπόθεση ενίσχυσης της φήμης της και εν γένει της ύπαρξής της, αν και αυτό ουδόλως δεν αντικατοπτρίζεται στην καθημερινότητα. Καταληκτικό και σημαντικότερο συμπέρασμα αποτελεί η διαπίστωση πως μόνο η παράλληλη εκπαίδευση στα οικονομικά και το δίκαιο εξασφαλίζει λήψη αποφάσεων για τη σύννομη ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας μιας επιχείρησης.