Ασύμμετρες διαπραγματεύσεις στην κρίση της Ευρωζώνης : η περίπτωση της Ελλάδας (2015)
Λέξεις κλειδιά
Ασύμμετρες διαπραγματεύσεις ; Κρίση στην Ευρωζώνη ; Τακτικές διαπραγμάτευσης ; Διαπραγματευτική ισχύς ; Ελληνικό χρέοςΠερίληψη
Η παρούσα διατριβή επιδιώκει να ρίξει φως στις ασύμμετρες διαπραγματεύσεις που έλαβαν χώρα στην κρίση της Ευρωζώνης και προσβλέπει να αποτελέσει ένα εργαλείο για να μπορέσει κανείς να κατανοήσει πώς σε μια ασύμμετρη διαπραγμάτευση κρίσης ο αδύναμος παίκτης αποκτά διαπραγματευτική ισχύ σε ένα θεσμοθετημένο περιβάλλον, όπως η ΕΕ. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να διερευνηθούν εμπειρικά οι παράγοντες που επηρεάζουν τη διαπραγματευτική δύναμη και τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων στην ΕΕ, με ιδιαίτερη έμφαση στο Eurogroup, διενεργώντας περιπτωσιολογική έρευνα για τη διαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους που έλαβε χώρα το πρώτο εξάμηνο του 2015, μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών της χώρας. Η παρούσα διατριβή φιλοδοξεί να συμβάλει στη βιβλιογραφία που αφορά στη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ σε περιόδους κρίσεων και ειδικότερα, προσπαθεί να δώσει εξηγήσεις για το πώς κρίθηκε το αποτέλεσμα στις διαπραγματεύσεις για την κρίση στην Ευρωζώνη, βάσει θεωρητικών προσεγγίσεων των διαπραγματεύσεων, με σκοπό να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα για τις διακυβερνητικές διαπραγματεύσεις που λαμβάνουν χώρα στην ΕΕ σε περιόδους κρίσεων. Παρότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων στην ΕΕ, στην παρούσα διατριβή εξετάζονται, ceteris paribus, τρεις παράγοντες που φαίνεται πως επηρέασαν το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων για την κρίση στην Ευρωζώνη: η φύση των διαπραγματεύσεων, οι εναλλακτικές επιλογές των κύριων δρώντων στις διαπραγματεύσεις, με έμφαση στα αδύναμα κράτη και οι τακτικές που επιλέγουν να ακολουθήσουν. Τα ευρήματα της έρευνας υποδεικνύουν ότι το καλύτερο που μπορούν να κάνουν τα αδύναμα κράτη είναι να ακολουθήσουν μια συνεργατική στρατηγική και να προσπαθήσουν να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν από ένα ήδη προεξοφλημένο αποτέλεσμα που επιβάλουν οι ασύμμετρες σχέσεις ισχύος που αναπτύσσονται μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Μεθοδολογικά, πρόκειται για μια ποιοτική έρευνα, στην οποία εφαρμόστηκε η μέθοδος της πυκνής περιγραφής, καταγράφοντας στοιχεία και δεδομένα που εντοπίστηκαν τόσο σε πρωτογενείς όσο και σε δευτερογενείς πηγές, μέσω βιβλιογραφικής ανασκόπησης και συνεντεύξεων.