Μακροχρόνιες ενεργειακές συμβάσεις και κανόνες ανταγωνισμού της Ε.Ε.
Προβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
Ενεργειακή πολιτική -- Ευρωπαϊκή ΈνωσηΛέξεις κλειδιά
Ενεργειακές συμβάσεις ; Αγορά ενέργειας ; ΕνέργειαΠερίληψη
Η απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Η πορεία προς τη δημιουργίας μιας ενεργειακής ένωσης σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες ανταγωνισμού έχει να αντιμετωπίσει πολλά εμπόδια, όπως τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης που παρατηρείται στην ενεργειακή αγορά, τους συμμετέχοντες στην αγορά που ως επί το πλείστον τυγχάνουν καθετοποιημένες επιχειρήσεις και τις στρεβλώσεις που παρατηρούνται στον ανταγωνισμό. Στην προσπάθεια της Ε.Ε. να διαμορφώσει ένα κοινό ευρωπαϊκό και εθνικό πλαίσιο για την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, η στάθμιση των συγκρουόμενων επιταγών και των επιχειρηματικών συμφερόντων υπήρξε αναπόφευκτη.
Έτσι, η απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη με την υιοθέτηση των τριών ενεργειακών πακέτων και την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού, προσκρούει στη σύναψη των μακροχρόνιων ενεργειακών συμβάσεων, που παραδοσιακά χρησιμοποιήθηκαν στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας και ειδικότερα τόσο στις αγορές προηγούμενων σταδίων, όπου επικρατούσαν οι ιστορικοί πάροχοι που έθεταν εμπόδια στην είσοδο νέων παικτών, όσο και στις αγορές επόμενων σταδίων, όπου οι καταναλωτές δεν είχαν τη δυνατότητα να είναι ευέλικτοι ως προς την επιλογή του προμηθευτή.
Ωστόσο, οι μακροχρόνιες ενεργειακές συμβάσεις έχουν συχνά αμφιλεγόμενες συνέπειες στον ανταγωνισμό, στις επενδύσεις και στα οφέλη των καταναλωτών, ενώ αποτέλεσαν ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στην είσοδο νέων παικτών στην αγορά ενέργειας. Έτσι, το χαρτοφυλάκιο των μακροχρόνιων ενεργειακών συμβάσεων και ο έλεγχος της καταχρηστικότητας ή μη των διαλαμβανόμενων σε αυτές συμβατικών ρητρών δυνάμει των τριών ενεργειακών δεσμών αλλά και των θεμελιωδών διατάξεων των άρθρων 101 και 102 της ΣΛΕΕ, αποτέλεσαν προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κατά καιρούς τοποθετηθεί επισημαίνοντας τις αυστηρές προϋποθέσεις υπό τις οποίες τίθεται η αξιολόγηση της νομιμότητας τέτοιων ρητρών σε κρίσιμες αποφάσεις που έχει εκδώσει, όπου και προέβη στην ανάλυση και ερμηνεία των διατάξεων περί ανταγωνισμού και στη συσχέτισή τους με την εν λόγω
θεματική. Μία τέτοια απόφαση σταθμός αποτελεί η απόφαση Distrigas (2007), οι προκλήσεις όμως συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Κριτήρια για την εξέταση της συμβατότητας των εν λόγω συμβατικών ρητρών, κυρίως δε της ρήτρας “take or pay” (ΤοΡ), η οποία αναλύεται κατωτέρω και εγείρει νομικές προκλήσεις, με την απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, αποτελούν μεταξύ άλλων, η διάρκεια των επίδικων συμβάσεων, η θέση του προμηθευτή στη σχετική αγορά και το συνολικό του μερίδιο σε συνδυασμό με τη δομή της σχετικής αγοράς (relevant market) κ.ο.κ.
Σε κάθε περίπτωση, αν και οι επιπτώσεις της σύναψης μακροχρόνιων ενεργειακών συμβάσεων στον ανταγωνισμό στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας είναι αβέβαιες, εν τούτοις οι μακροχρόνιες ενεργειακές συμβάσεις εξυπηρετούν την ανάγκη του ενεργειακού εφοδιασμού και εκτός από τα αρνητικά στοιχεία τους επιφυλάσσουν και πολλαπλά οφέλη για τα συμβαλλόμενα μέρη και ιδίως για τους καταναλωτές. Όμως, παρά τον στόχο της δημιουργίας μιας ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέδειξε για αρκετό καιρό μια στάση «ανοχής» απέναντι στις συμβάσεις αυτές, μη υιοθετώντας κανένα αποφασιστικό μέτρο για τον περιορισμό τους. Ποιο είναι τελικά το αληθινό δίλημμα;