Άμεσες ξένες επενδύσεις στα Βαλκάνια: μελέτη περίπτωσης της Τράπεζας Πειραιώς σε Βουλγαρία & Ρουμανία 2009-2013
Foreign direct investment in the Balkan States: a case study of Piraeus Bank in Bulgaria & Romania during period 2009-2013
Προβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
Επενδύσεις, Ξένες -- Ρουμανία ; Επενδύσεις, Ξένες -- Βουλγαρία ; Επενδύσεις, Ξένες -- Βαλκανική Χερσόνησος ; Τράπεζες και τραπεζικές εργασίες -- Βαλκανική Χερσόνησος ; Τράπεζα Πειραιώς ; Banks and banking -- Balkan Peninsula ; Investments, Foreign -- Balkan Peninsula ; Investments, Foreign -- Bulgaria ; Investments, Foreign -- RomaniaΠερίληψη
Η δραστηριότητα των ελληνικών τραπεζών είναι αξιοσημείωτη στις χώρες της Ν.Α Ευρώπης και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους των ΑΞΕ στην ευρύτερη περιοχή. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη της πορείας του τραπεζικού κλάδου στα Βαλκάνια την πενταετία 2009 - 1013, έπειτα από μία τεράστια οικονομική κρίση που έχει ξεσπάσει στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης με πυρήνα της, την Ελλάδα. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ελληνική επιχειρηματικότητα στα Βαλκάνια και τους λόγους που ωθούν τις ελληνικές τράπεζες να προχωρήσουν σε εξαγορές και συγχωνεύσεις ξένων τραπεζών. Οι μεγάλοι όμιλοι έσπευσαν να εκμεταλλευθούν τα οφέλη από τη σταθεροποίηση του οικονομικού περιβάλλοντος στις χώρες της Βαλκανικής και φυσικά από τα μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης των τραπεζικών εργασιών. Oι ελληνικές τράπεζες αντιμετώπισαν ολόκληρη την περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, ως εσωτερική αγορά και στόχευσαν στη δανειοδότηση επιχειρήσεων των γειτονικών κρατών. Ειδικότερα ο τραπεζικός κλάδος στις χώρες της Ν.Α Ευρώπης παρουσιάζει αύξηση από το 1993, αλλά αποκτά σημαντικές διαστάσεις από το 2002 όταν πλέον διαμορφώθηκαν κατάλληλες συνθήκες στο οικονομικό περιβάλλον των χωρών αυτών που λόγω μετασχηματισμού που υπέστη, προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών κρατών από την υπόλοιπη Ευρώπη για επενδύσεις στην περιοχή. Το ελληνικό κεφάλαιο συνέβαλε σημαντικά στη μετατροπή των γειτονικών κρατών σε καπιταλιστικές οικονομίες. Οι μεταρρυθμίσεις στις χώρες αυτές άρχισαν να αποδίδουν από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 δημιουργώντας τις απαιτούμενες συνθήκες για την ανάπτυξη του τραπεζικού τομέα. Η παρουσία των ξένων τραπεζών στις χώρες αυτές έχει συμβάλει στη εισαγωγή νέων προϊόντων και στη υιοθέτηση νέων πρακτικών εταιρικής διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνου. Παράλληλα η στενή σχέση με τις μητρικές τράπεζες μειώνει την πιθανότητα κινήσεων κεφαλαίου που θα είχαν αποσταθεροποιητικές συνέπειες για τα τραπεζικά συστήματα και τις οικονομίες αυτών των χωρών. Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η πορεία του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς στις χώρες της Νοτιανατολικής Ευρώπης και συγκεκριμένα της Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Η επένδυση του ομίλου στις χώρες αυτές αποτελούσε κομμάτι του στρατηγικού σχεδιασμού του και της περαιτέρω ανάπτυξής του σε άλλες αγορές. Η επιλογή των χωρών όπου δραστηριοποιήθηκε δεν ήταν τυχαία. Ο Όμιλος αναζητούσε χώρες με προοπτικές ανάπτυξης και παρθένες αγορές οι οποίες θα αποτελούσαν στο βραχυπρόθεσμο μέλλον τις πιο δελεαστικές και προσοδοφόρες αγορές για να δεχθούν πάσης φύσεως επένδυση. Το βασικό σκεπτικό της επέκτασης στα χρόνια της ευφορίας ήταν ότι οι χώρες των Βαλκανίων, μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την υιοθέτηση του οικονομικού μοντέλου της ελεύθερης αγοράς, θα ακολουθούσαν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Οι τράπεζες μέσω μεγάλων επενδύσεων στις γειτονικές χώρες απέκτησαν ισχυρή παρουσία στις ανέγγιχτες αυτές αγορές πιστεύοντας ότι, όταν η εγχώρια αγορά έφτανε σε στάδιο ωρίμανσης, τότε θα ξεκινούσε η έντονα αναπτυξιακή πορεία των «νέων» αγορών εξασφαλίζοντάς τους μεγάλα κέρδη για πολλά χρόνια. Από το 2000 και μετά δεν υπήρχε χρονιά χωρίς κάποια ελληνική τράπεζα να εξαγοράζει μια ξένη ή να ιδρύει μια τράπεζα στο εξωτερικό. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 η επέλαση απέκτησε πυρετικά χαρακτηριστικά, καθώς οι διοικήσεις ενθουσιασμένες από τα υπερκέρδη στην Ελλάδα και με τις προσδοκίες για τις προοπτικές των Βαλκανίων να βρίσκονται στο ζενίθ προχώρησαν σε ένα μπαράζ εξαγορών. Η επέκταση στις νέες αυτές αγορές κορυφώθηκε το 2006 με την εξαγορά 7 ξένων τραπεζών -σε Βουλγαρία, Ουκρανία, Ρουμανία, Σερβία και Τουρκία- οι οποίες διέθεταν δίκτυο 800 καταστημάτων και απασχολούσαν 13.890 εργαζομένους. Στο τέλος του 2007 οι εγχώριες τράπεζες βρέθηκαν να ελέγχουν τράπεζες σε 15 χώρες, έχοντας παρουσία σε μια αχανή περιοχή που οριοθετούνταν ανατολικά από την Ουκρανία και την Πολωνία, περιλάμβανε το σύνολο των χωρών της Βαλκανικής Χερσονήσου, την Τουρκία, με νοτιοανατολικό σύνορο την Αίγυπτο. Σήμερα, αναγνωρίζεται ότι η επέκταση στο εξωτερικό, που πραγματοποιήθηκε με εντυπωσιακό τρόπο από τα μέσα της δεκαετίας του '90 μέχρι και το 2008, δεν ανταποκρίθηκε στις μεγάλες προσδοκίες. Δαπανήθηκαν μεγάλα κεφάλαια χωρίς τελικά τις αναμενόμενες αποδόσεις. Βέβαια η αρνητική πορεία των χωρών της περιοχής οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αρχικά διεθνή και κατόπιν ελληνική κρίση.