Διαπολιτισμική εκπαίδευση στην πολυπολιτισμική τάξη της ελληνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μελέτη περίπτωσης: διαπολιτισμικά γυμνάσια Αττικής
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Πολυπολιτισμικότητα ; Σχολεία ; Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ; Αττική (Ελλάδα) ; Προσφυγικό ζήτημα ; Μεταναστευτικές ροέςΠερίληψη
Η σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού στην Ελλάδα ξεκίνησε να αλλάζει από τα τέλη
της δεκαετίας 1980 και συνεχίζει έως σήμερα, λόγω της αυξανόμενης παρουσίας
μαθητών και μαθητριών από άλλες χώρες με διαφορετική γλώσσα από την κυρίαρχη
μητρική. Μια απάντηση σε αυτό το φαινόμενο ήταν ο Νόμος 2413/1996, ΦΕΚ.124,
τ.Α΄/17-6-96 για την ίδρυση Διαπολιτισμικών Σχολείων και τη διαπολιτισμική
εκπαίδευση, έχοντας ως στόχο την αντιμετώπιση των νέων εκπαιδευτικών αναγκών.
Είκοσι χρόνια μετά την ίδρυσή τους, ερχόμαστε να ερευνήσουμε κατά πόσο έχουν
επιτευχθεί οι αρχικοί στόχοι των Διαπολιτισμικών Σχολείων. Σε μια πραγματικότητα
που διαρκώς αλλάζει και εξελίσσεται, έχει ενδιαφέρον να ερευνηθεί η εξέλιξη αυτών
των σχολείων, οι νέες προκλήσεις, οι συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργούν τα
Διαπολιτισμικά Σχολεία, η επιμόρφωση των καθηγητών, και όλα αυτά υπό το πέπλο
της οικονομικής και προσφυγικής κρίσης.
Η έρευνα διεξάγεται στα τρία Διαπολιτισμικά Γυμνάσια που υπάρχουν στην Αττική,
των Δήμων Αθηνών, Ελληνικού και Αχαρνών, με σκοπό να φωτιστούν πτυχές της
λειτουργίας τους. Στην έρευνα παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε
σχολείου, το μαθητικό κοινό, η υλικοτεχνική υποδομή, οι ελλείψεις, οι προκλήσεις
που αντιμετωπίζουν καθημερινά η Διεύθυνση και οι καθηγητές, οι επιμορφωτικές
ανάγκες, τα κενά του συστήματος, καθώς και οι ευκαιρίες και οι όμορφες στιγμές που
κερδίζει ένας καθηγητής Διαπολιτισμικού Σχολείου. Το εργαλείο της έρευνας είναι η
ημι-δομημένη συνέντευξη προς τους καθηγητές.
Η σειρά των ερωτήσεων και της ανάλυσης των αποτελεσμάτων θυμίζει εικονική
διαδρομή, σα να είμαστε έξω από το σχολείο, ξεκινώντας από αυτά που οι ίδιοι
πιστεύουν για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και τα κίνητρά τους να ασχοληθούν με
αυτή. Στη συνέχεια μπαίνουμε στο σχολικό χώρο και μας δίνουν μια εικόνα της
υλικοτεχνικής υποδομής, της Διεύθυνσης και του μαθητικού κοινού. Μετά
προχωράμε στην τάξη, όπου μας αναλύουν τις προκλήσεις και τα εμπόδια που
αντιμετωπίζουν κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας, καθώς και τις
ευκαιρίες που αντικρίζουν. Μετά το πέρας της διδακτικής εμπειρίας μας απαριθμούν
αυτά που κέρδισαν οι ίδιοι ως εκπαιδευτικοί και ως άνθρωποι, καθώς και τι θα
συμβούλευαν έναν νεαρό συνάδελφο που θα ήθελε να δραστηριοποιηθεί στη
διαπολιτισμική εκπαίδευση. Έγινε αντιληπτό πως το υπάρχον σύστημα κρίνεται αναποτελεσματικό, κάτι που
διαφαίνεται από τις επιδόσεις των μαθητών αλλά και τις ελλείψεις που παρατηρούν οι
καθηγητές είτε στην υλικοτεχνική υποδομή είτε στο νομικό πλαίσιο. Υπαγορεύουν
αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των Διαπολιτισμικών σχολείων,
υιοθετώντας μια πιο μαθητοκεντρική και λιγότερο αφομοιωτική προσέγγιση, για την
αποτελεσματικότερη εφαρμογή των αρχών της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης.