Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης στη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής όσον αφορά στην ένταξη των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας στην ελληνική πρωτοβάθμια εκπαίδευση
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Ευρωπαϊκή Ένωση ; ΟΟΣΑ ; Πρωτοβάθμια εκπαίδευση ; Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) ; Ψηφιακό σχολείοΠερίληψη
Στη σύγχρονη και πολυσύνθετη συγκυρία, οι οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις επιφέρουν επιπτώσεις που πολλές φορές ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των κρατών αυξάνεται ακόμη περισσότερο και με τη συμμετοχή τους σε ευρωπαϊκούς αλλά και σε Διεθνείς Οργανισμούς. Άλλωστε, η νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα και η ενοποίηση που επήλθε σε θεσμικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο. Μέσα στις καινούριες συνθήκες που διαμορφώνονται, λοιπόν, προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη η ικανότητα του Ευρωπαίου πολίτη να ανταποκρίνεται και να προσαρμόζεται σε αυτές.
Στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που διαμορφώνεται η εκπαίδευση αποτελεί ολοένα και περισσότερο αντικείμενο ευρωπαϊκών και διεθνών διεργασιών, στον βαθμό που θεωρείται σημαντικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Αναπόφευκτα, η ένταξη και η ενσωμάτωση των νέων Τεχνολογιών της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική πραγματικότητα είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει έντονα τα τελευταία χρόνια τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου οι πολίτες της να αποκτήσουν τις ανάλογες δεξιότητες στον μέγιστο βαθμό. Ολοένα και περισσότερες χώρες της Ε.Έ. έχουν υιοθετήσει την εισαγωγή και ενσωμάτωση των Τ.Π.Ε. στα εκπαιδευτικά τους συστήματα, γεγονός που θεωρήθηκε ως λογική συνέχεια της διαδικασίας ενσωμάτωσής τους στις σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Συνακόλουθα, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα καλείται να αντιμετωπίσει τον μαθητή του σήμερα ως Ευρωπαίο πολίτη, προκειμένου αυτός να εξοικειωθεί άμεσα και δημιουργικά με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και να ενταχθεί λειτουργικά και ουσιαστικά σε αυτή. Προκειμένου να είναι αποτελεσματική αυτή η προσαρμογή, προβάλει ως επιτακτική ανάγκη η καλλιέργεια των ψηφιακών δεξιοτήτων, που χρειάζεται να ξεκινήσει έγκαιρα και μέσα από ένα δομημένο εκπαιδευτικό σύστημα από το επίπεδο της βασικής εκπαίδευσης.
Η παραπάνω προβληματική αποτέλεσε την αφόρμηση για τη διεξοδική διερεύνηση των αποφάσεων και των δράσεων του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας που σχετίζονται με την εισαγωγή των Νέων Τεχνολογιών στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και την πορεία για την υλοποίηση του οράματος του ψηφιακού σχολείου. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να παρουσιάσει το θεσμικό πλαίσιο, τις προσεγγίσεις και γενικότερα τις δράσεις που σχεδιάστηκαν και πραγματοποιηθήκαν από το ελληνικό Υπουργείο Παιδείας προς αυτή την κατεύθυνση και οι οποίες προέκυψαν ως απόρροια τόσο των αποφάσεων, των συμπερασμάτων και των ψηφισμάτων της Ε.Ε. όσο και των εκθέσεων και των συστάσεων του ΟΟΣΑ. Και αυτό διότι στις βασικότερες παραδοχές του ΟΟΣΑ εντάσσεται και η πεποίθηση πως η εκπαίδευση είναι από τους βασικότερους μηχανισμούς για την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου, που θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα και θα συμβάλει στην οικονομική τους μεγέθυνση.
Σταχυολογώντας όλα τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, διαπιστώνουμε πως στη χώρα μας έχουν ξεκινήσει προσπάθειες για την ένταξη των Τ.Π.Ε. στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση ήδη από το 1997. Η συγγραφή προγραμμάτων σπουδών, η ανάπτυξη εκπαιδευτικού λογισμικού, η δημιιουργία σχολικού δικτύου και πλατφόρμας για το ψηφιακό σχολείο, η εκπόνηση προγραμμάτων για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών είναι μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές δράσεις του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας που έχουν υιοθετηθεί και δρομολογηθεί μέσα από τις αντίστοιχες αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ωστόσο, πολλές από αυτές, αν και έχουν περάσει σχεδόν είκοσι χρόνια από την πρώτη απόπειρα εισαγωγής των Τ.Π.Ε. στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση δεν έχουν αποκτήσει ακόμη και σήμερα καθολικό χαρακτήρα.