Η πολιτική του ανταγωνισμού και η κρατική παρέμβαση, κυρίως με τη μορφή της ενίσχυσης : η περίπτωση των ενισχύσεων διάσωσης και αναδιάρθρωσης επιχειρήεων
Προβολή/ Άνοιγμα
Θεματική επικεφαλίδα
Προβληματικές επιχειρήσεις -- Ελλάδα ; Επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις -- Ελλάδα ; Επιχειρήσεις -- ΧρηματοδότησηΠερίληψη
Το στρατηγικό ρόλο του κράτους στην οικονομική ανάπτυξη των σύγχρονων κοινωνιών καταδεικνύουν αφενός, η επέμβασή του στους όρους παραγωγής και διάθεσης προϊόντων και υπηρεσιών και, αφετέρου, η συμμετοχή του στην παραγωγή για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Παρά το στρατηγικό του ρόλο, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η συνύπαρξη της κρατικής δράσης και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην οικονομική ανάπτυξη. Πολλές φορές, ωστόσο, η δεύτερη δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, ενώ το πρώτο θέτει εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη. Η τελευταία αυτή πραγματικότητα θέτει το ζήτημα της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, η οποία δε δύναται να εκλείψει, αλλά ούτε και να καθίσταται τροχοπέδη στην ανάπτυξη της οικονομίας. Σε κοινοτικό επίπεδο, γίνεται προσπάθεια εξασφάλισης ανόθευτου ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Ο στόχος αυτός εξειδικεύεται στα άρθρα 101 έως 109 της Συνθήκης, όπου περιλαμβάνονται οι διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τη νομιμότητα αυτών, δηλαδή δεν αποκλείεται η χορήγηση οικονομικού βοηθήματος προς ιδιωτικές ή δημόσιες επιχειρήσεις προερχόμενου από δημόσιους πόρους. Παρά ταύτα, η κρατική ενίσχυση αποτελεί τη δραστικότερη μορφή κρατικής παρέμβασης, εφόσον επηρεάζει τη θέση της ωφελούμενης επιχείρησης στην αγορά, γεγονός που, ενδεχομένως, να βοηθά την επωφελούμενη επιχείρηση να αποφύγει την πίεση των ανταγωνιστών της θέτοντας εαυτήν εκτός καθεστώτος υγιούς ανταγωνισμού. Λόγω της μεγάλης σημασίας της κρατικής ενίσχυσης στην κρατική παρέμβαση στην οικονομία, θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτή. Εκτός του κοινοτικού επιπέδου, η κρατική παρέμβαση στην οικονομία ρυθμίζεται και σε εθνικό επίπεδο, όπως είναι αναμενόμενο. Στο ελληνικό Σύνταγμα, το άρθρο 28 παρ. 1 και 2 θεσπίζει την ανωτερότητα του κοινοτικού έναντι του εθνικού δικαίου σε επίπεδο νόμου. Επίσης, το άρθρο 106 παρ.1 Σ προβλέπει ότι «Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού συμφέροντος το κράτος προγραμματίζει και συντονίζει την οικονομική δραστηριότητα στη χώρα» και «Λαμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, από την ατμόσφαιρα και τα υποθαλάσσια κοιτάσματα, για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών και παραμεθορίων περιοχών». Το άρθρο 106Σ καθιστά επιβεβλημένη την κρατική παρέμβαση, κατά τρόπο σαφή για την προστασία του γενικού συμφέροντος. Είναι άξιο παρατήρησης πως στο σημείο αυτό δύναται να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ του Συντάγματος και του κοινοτικού δικαίου. Δεδομένης της έλλειψης κατίσχυσης του κοινοτικού δικαίου έναντι των εθνικών Συνταγμάτων, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η προστασία του γενικού συμφέροντος που είναι επιβεβλημένη από το Σύνταγμα δε θα πρέπει να συγκρούεται με τα προβλεπόμενα από το κοινοτικό δίκαιο. Το άρθρο 106 του Συντάγματος θίγει στις παραγράφους 3-5 το ζήτημα της εξαγοράς ή της συμμετοχής του κράτους σε επιχειρήσεις. Οι διατάξεις προβλέπουν τη δυνατότητα του Κράτους, όχι μόνο να εξαγοράσει ή να μετάσχει σε επιχειρήσεις μονοπωλιακού χαρακτήρα ή σε άλλες ζωτικής σημασίας για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου επιχειρήσεις, αλλά και να θεσπίσει με νόμο μέτρα εποπτείας ορισμένης οικονομικής δραστηριότητας ή άλλα μέτρα εξυπηρέτησης του γενικού συμφέροντος. Το γεγονός αυτό περιορίζει την επιλογή της εθνικοποίησης, η οποία θέτει τον κίνδυνο να λάβει ευρύτερη μορφή της αναγκαίας και προβλεπόμενης στην παράγραφο 3 του άρθρου 106, λόγου χάρη μέσω άμεσης ή έμμεσης χρηματοδότησης ιδιωτικών επιχειρήσεων.