dc.description.abstract | Έναυσμα για την παρούσα διπλωματική εργασία ήταν η Υπηρεσία μου στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία
της Ελλάδας στην ΕΕ και συγκεκριμένα, στην Οργανική Μονάδα Δικαιοσύνης και Εσωτερικών
Υποθέσεων τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Κατά το διάστημα αυτό, μου δόθηκε η ευκαιρία να
αποκομίσω εξαιρετικά ενδιαφέρουσες εμπειρίες με αφορμή την έναρξη της διαδικασίας
διαπραγμάτευσης για το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, μετά από τη σχετική
πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Σεπτέμβριο του 2020, η οποία προβλέπει ένα
ολοκληρωμένο κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη διαχείριση της μετανάστευσης και των διαδικασιών
παροχής ασύλου, συμπεριλαμβανομένων και διαφόρων νομοθετικών προτάσεων.
Η παρούσα διπλωματική εργασία περιγράφει τις διάφορες θεωρίες διαπραγματεύσεων και αναλύει
τον τρόπο που αυτές εφαρμόζονται κατά την πορεία των διαπραγματεύσεων για το νέο Σύμφωνο
για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, οι οποίες διεξάγονται αυτή την περίοδο εντός της ΕΕ.
Διερευνά επίσης, κατά πόσον εφαρμόζονται οι βασικές συνιστώσες της “Θεωρίας
διαπραγματεύσεων βάσει αρχών” της Νομικής Σχολής του Harvard, οι οποίες αναλύονται
διεξοδικά στη μελέτη των Fisher, Ury και Patton “Πετυχαίνοντας τη συμφωνία”, επιδιώκοντας μια
πρώτη εκτίμηση της έκβασης της πορείας των διαπραγματεύσεων για το νέο Σύμφωνο για τη
Μετανάστευση και το Άσυλο με βάση την ανωτέρω θεωρία.
Τέλος, γίνεται μια προσπάθεια γενικότερης εκτίμησης της έκβασης της πορείας των
διαπραγματεύσεων επί του Συμφώνου, τόσο με βάση τη διαδικασία, όσο και τη συνολική μέχρι
σήμερα στάση των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη το αστάθμητο και
διαρκώς μεταβαλλόμενο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η μεθοδολογική προσέγγιση που ακολουθήθηκε στηρίζεται, καταρχάς, σε σχετική βιβλιογραφία,
ανοικτές πηγές και αρθρογραφία. Σημαντικό τμήμα της παρούσας μελέτης, κατά τη συλλογή και
περιγραφή στοιχείων και πληροφοριών, βασίσθηκε σε συνεντεύξεις που μου παραχώρησαν οι
εκπρόσωποι της χώρας και διαπραγματευτές, οι ειδικοί Σύμβουλοι ΔΕ, υπηρετούντες στη ΜΑ ΕΕ,
οι οποίοι λαμβάνουν μέρος στις διαπραγματεύσεις για το Σύμφωνο.
6
Δεδομένου ότι η χρήση γραπτών πηγών (διαβαθμισμένης αλληλογραφίας και εγγράφων) δεν είναι
δυνατή για ευνόητους λόγους, αναδεικνύεται η σημαντική συμβολή των προφορικών συνεντεύξεων
από τους Συμβούλους ΔΕΥ πάνω σε ζητήματα αρμοδιότητάς τους.
Τέλος, τα συμπεράσματα και οι κρίσεις που αναφέρονται στην παρούσα εργασία, εκφράζουν την
προσωπική κρίση μου και δε δεσμεύουν την Υπηρεσία μου. | el |