Ανάλυση κόστους-αποτελεσματικότητας του Cemiplimab σε σύγκριση με σχήμα χημειοθεραπείας σε προχωρημένο μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα
Cost-effectiveness analysis of Cemiplimab versus chemotherapy in advanced non-small cell lung cancer
Προβολή/ Άνοιγμα
Λέξεις κλειδιά
Μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα ; Ανάλυση κόστους αποτελεσματικότητας ; Cemiplimab ; Partitioned Survival Model (PSM) ; ICERΠερίληψη
Ο καρκίνος του πνεύμονα είναι μια από τις επικρατέστερες μορφές καρκίνου και παραμένει η κυριότερη αιτία θανάτου από καρκίνο παγκοσμίως. Ο μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα (ΜΜΚΠ) αποτελεί την πιο συχνή μορφή της νόσου καλύπτοντας το 85% των περιπτώσεων και γενικά θεωρείται ότι έχει καλύτερη πρόγνωση από τον αντίστοιχο, μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (ΜΚΠ). Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης ενδιαφέροντος EMPOWER-Lung 1, το cemiplimab παρουσίασε μεγαλύτερα ποσοστά επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου αλλά και καλύτερα αποτελέσματα συνολικής επιβίωσης. Συγκεκριμένα, το εκτιμώμενο ποσοστό επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου στους 12 μήνες ήταν 41% για το cemiplimab και 7% για τη χημειοθεραπεία ενώ η εκτιμώμενη πιθανότητα συνολικής επιβίωσης στους 24 μήνες ήταν 50% για το cemiplimab και 27% για τη χημειοθεραπεία. Επιπλέον, η διάμεση διάρκεια ανταπόκρισης ήταν σημαντικά μεγαλύτερη με το cemiplimab στους 16,7 μήνες (95% CI: 12,5–22,8) σε σύγκριση με τους 6,0 μήνες (95% CI: 4,3–6,5) με τη χημειοθεραπεία. Το cemiplimab είναι ένα πλήρως ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα, το οποίο προσδένεται στον υποδοχέα PD-1, αποτρέποντας την απενεργοποίηση της δράσης των ανοσοποιητικών κυττάρων από τα καρκινικά. Έτσι λοιπόν, ενισχύεται η ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος να καταστρέφει τα καρκινικά κύτταρα. Στις 28 Ιουνίου 2019 ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκου χορήγησε στο cemiplimab άδεια
κυκλοφορίας υπό όρους, η οποία μετατράπηκε σε κανονική άδεια κυκλοφορίας την 1η Ιουλίου 2022.
Σκοπός: Η παρούσα εργασία έχει σκοπό την εκτίμηση του κόστους και της αποτελεσματικότητας του φαρμάκου cemiplimab έναντι σχήματος χημειοθεραπείας που περιέχει πλατίνα, ως θεραπεία πρώτης γραμμής σε ενήλικες ασθενείς με προχωρημένο
μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (ΜΜΚΠ) (IIIB/IIIC ή IV στάδιο), των οποίων οι όγκοι εκφράζουν τον παράγοντα PD-L1 σε ποσοστό τουλάχιστον 50%. Η ανάλυση αυτή διεξήχθη από την πλευρά του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Μέθοδος: Για την διεξαγωγή της ανάλυσης κόστους-αποτελεσματικότητας αναπτύχθηκε ένα διαχωρισμένο μοντέλο επιβίωσης (PSM) με τρεις καταστάσεις υγείας: ¨χωρίς πρόοδο νόσου (PFS)¨, ¨με πρόοδο νόσου (PD)¨ και ¨θάνατος¨. Ο πληθυσμός σχεδιάστηκε βάσει των δεδομένων της μελέτης EMPOWER-Lung 1 και τα υπόλοιπα δεδομένα που χρειάστηκαν στην ανάλυση αντλήθηκαν από την ξένη και ελληνική βιβλιογραφία. Το μοντέλο ακολούθησε τους ασθενείς σε κύκλους χρονικής διάρκειας ενός μήνα για περίοδο 240 μηνών, η οποία καλύπτει το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών. Επιπλέον, το ετήσιο ποσοστό προεξόφλησης που χρησιμοποιήθηκε είναι 3,5%. Μετά την ολοκλήρωση της βασικής ανάλυσης, διεξήχθη ανάλυση ευαισθησίας προκειμένου να εκτιμηθεί η αξιοπιστία του αποτελέσματος έναντι των αβεβαιοτήτων στα δεδομένα του μοντέλου.
Αποτελέσματα: Στην βασική ανάλυση, η επιλογή του cemiplimab για την θεραπεία του προχωρημένου ΜΜΚΠ κατέληξε σε αύξηση του συνολικού κόστους κατά € 59,888.21 έναντι της χημειοθεραπείας. Επιπλέον, η θεραπεία με το cemiplimab παρουσίασε αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης κατά 1.35 χρόνια και αύξηση των ποιοτικώς σταθμισμένων ετών ζωής κατά 0.93 σε σύγκριση με την επιλογή της χημειοθεραπείας. Από τον υπολογισμό του λόγου της διαφοράς κόστους και QALYs, προκύπτει ότι ο δείκτης ICER (incremental cost-effectiveness ratio) είναι €64,657.57/ QALY. Η ανάλυση ευαισθησίας έδειξε ότι ο παράγοντας της τιμής του φαρμάκου έχει την μεγαλύτερη επιρροή στον δείκτη ICER. Ενώ παράγοντες όπως το ποσοστό προεξόφλησης και το κόστος διαχείρισης των ανεπιθύμητων ενεργειών έχουν πολύ μικρή επίδραση στο τελικό αποτέλεσμα.
Συμπεράσματα: Σύμφωνα με τα ευρήματα αυτής της ανάλυσης, η επιλογή του cemiplimab ως θεραπεία πρώτης γραμμής έναντι της χημειοθεραπείας σε ασθενείς με προχωρημένο ΜΜΚΠ και ποσοστό έκφρασης του παράγοντα PD-L1≥50%, φαίνεται να μην είναι οικονομικά αποδοτική επιλογή θεραπείας με βάση τις υπάρχουσες τιμές για το Εθνικό Σύστημα Υγείας.