dc.contributor.advisor | Γαλάνης, Πέτρος | |
dc.contributor.author | Νομικού, Ελένη Κ. | |
dc.date.accessioned | 2015-09-22T06:49:56Z | |
dc.date.available | 2015-09-22T06:49:56Z | |
dc.date.issued | 2010 | |
dc.identifier.uri | https://dione.lib.unipi.gr/xmlui/handle/unipi/7736 | |
dc.description.abstract | Η κυστική ίνωση είναι η πιο συχνή θανατηφόρος κληρονομική νόσος που απαντάται στην Καυκάσια φυλή της Ευρώπης. Στη χώρα μας, περισσότεροι από 600.000 Έλληνες είναι φορείς του γονιδίου της κυστικής ίνωσης. Επιπλέον, υπάρχουν περισσότερα από 700 πάσχοντα παιδιά και νεαροί ενήλικες, ενώ κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται 70-90 νέα περιστατικά. Η μη ύπαρξη αποτελεσματικής θεραπείας για την κυστική ίνωση καθιστά επιτακτική την εφαρμογή του κατάλληλου προγεννητικού ελέγχου, με σκοπό τη μείωση της συχνότητας εμφάνισης της νόσου.Αντικείμενο της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των αντιλήψεων και των γνώσεων εγκύων γυναικών καθώς και έγγαμων γυναικών που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί σχετικά με την κυστική ίνωση και το γενετικό έλεγχο για την εύρεση του παθολογικού γονιδίου. Ο μελετώμενος πληθυσμός αποτελούνταν από 60 έγκυες και 60 έγγαμες γυναίκες. Το ποσοστό απόκρισης ήταν 85%, ενώ ο συντελεστής αξιοπιστίας Cronbach ήταν 0,65.Το 57,5% των συμμετεχουσών δήλωσε πως είχε ενημερωθεί για την κυστική ίνωση, ενώ μόλις το 12,5% γνώριζε αν είναι φορέας του γονιδίου της κυστικής ίνωσης. Οι μη έγκυες, οι μικρότερες σε ηλικία, καθώς και οι γυναίκες ανώτερου μορφωτικού επιπέδου είχαν περισσότερες γνώσεις αναφορικά με τη νόσο (p=0,015, p=0,03 και p=0,024 αντιστοίχως). Το 95,8% αναγνώρισε τη σημασία και την ανάγκη ύπαρξης γενετικού ελέγχου ακόμη και υποχρεωτικού χαρακτήρα αναφορικά με την κυστική ίνωση. Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού κυστικής ίνωσης και η παρότρυνση από τους επιστήμονες υγείας θεωρήθηκαν ως οι πλέον σημαντικοί παράγοντες για την πραγματοποίηση προγεννητικού ελέγχου αναφορικά με την κυστική ίνωση, ενώ η άγνοια σχετικά με τη νόσο θεωρήθηκε ως ο πλέον αποτρεπτικός παράγοντας. Το 56,7% των συμμετεχουσών θα προχωρούσε σε διακοπή της κύησης αν διαπίστωναν κατά τη διάρκειά της ότι τόσο οι ίδιες όσο και ο σύντροφος τους είναι φορείς του παθολογικού γονιδίου. Τα ευρήματα της παρούσας μελέτης αναδεικνύουν την ανάγκη τόσο της έγκυρης και έγκαιρης ενημέρωσης αναφορικά με την κυστική ίνωση όσο και της εφαρμογής του κατάλληλου προγεννητικού ελέγχου, με σκοπό τη μείωση της συχνότητας εμφάνισης της νόσου. | el |
dc.format.extent | 119 | el |
dc.language.iso | el | el |
dc.publisher | Πανεπιστήμιο Πειραιώς | el |
dc.rights | Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές | * |
dc.rights.uri | http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/ | * |
dc.subject | Κυστική ίνωση | el |
dc.subject | Cystic fibrosis | el |
dc.title | Γνώσεις και αντιλήψεις αναφορικά με την κυστική ίνωση | el |
dc.type | Master Thesis | el |
dc.contributor.department | Σχολή Οικονομικών, Επιχειρηματικών και Διεθνών Σπουδών. Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης | el |
dc.identifier.call | 616.3'7 ΝΟΜ | el |
dc.description.abstractEN | Cystic fibrosis is the most common fatal inherited disease in Caucasians in Europe. It is estimated that more than 600.000 Greeks are cystic fibrosis carriers. Additionally, more than 700 children and young adults are suffered from cystic fibrosis and approximately 70-90 new cases are diagnosed every year. There is no available cure, so an appropriate prenatal screening for cystic fibrosis is considered to be necessary, in order to reduce the frequency of occurrence of the disease. The aim of this study was to assess the attitudes and the knowledge of pregnant women and women planning a pregnancy, toward cystic fibrosis and carrier screening. The study population consisted of 60 pregnant women and 60 married non-pregnant women. The response rate was 85% and Cronbach’s coefficient alpha for the questionnaire was 0.65. Fifty-seven and one-half percent of the respondents declared that were informed about cystic fibrosis, while only 12.5% were aware of their carrier status. Non-pregnant women, younger women and women with higher educational level had more knowledge about the disease (p=0.015, p=0.03 and p=0.024 respectively). Ninety-six percent of the respondents identified the importance and the necessity of carrier screening for cystic fibrosis even in an obligatory form. The main reasons for choosing prenatal screening were family history with cystic fibrosis and health scientists’ recommendation, while ignorance about the disease considered to be the main reason for not choosing screening. The 56.7% of the respondents indicated a willingness to terminate a pregnancy in case that both women and their spouses are found to be cystic fibrosis carriers during pregnancy. Findings of this study bring out the need for further education on cystic fibrosis as well as the introduction of appropriate prenatal screening for cystic fibrosis in order to reduce the frequency of occurrence of the disease. | en |
dc.corporate.name | Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα | el |
dc.contributor.master | Οικονομικά και Διοίκηση της Υγείας | el |